Tuesday, August 24, 2010

Σκύλλα και Χάρυβδις

Πίνακας του
Henry Fuseli
(Johann Heinrich Füssli)

(Born Feb. 7, 1741, Zürich, Switzerland-
died April 16, 1825, Putney Hill, London, England)

Odysseus facing the choice between Scylla and Charybdis



Τα μαγικά φίλτρα του έρωτα
επόθησεν ο Γλαύκος
μα η Κίρκη τού εδώρισε
τα δηλητήρια του πόθου και της ζήλιας

Εις μάτην τα δάκρυα της Σκύλλας
Πανώρια νύμφη το ένδυμα του σκότους να ενδυθεί
Δεν το επόθησε ποτέ
Ούτε στον πλέον ζοφερό της εφιάλτη το ελογίσθη

Τώρα το λουστρινένιο δέρμα με λέπια φρίκης
Έχει καλυφθεί
Και οι χρυσαφένιοι βόστρυχοι σε άγριες τέρατος κεφαλές
Είναι ποιημένοι.

Και η νύμφη η ζηλεμένη,
Θύμα του έρωτα, του πόθου και του φθόνου,
Αντίκρυ από την Χάρυβδη
Τα πέλαγα βιγλίζει  
Φόβος και τρόμος του Οδυσσέα
Και των περιπλανώμενων του κόσμου ετούτου
Πίνοντας μόνη τα καυτά τα δάκρυά της
Τι, ό,τι αγάπησε πολύ,
Με τα τρομακτικά σαγόνια της συντρίβει.

Κι αν κατά μοίρα θεϊκή, θνητός αλώβητος τύχει και προσπεράσει
Στην άλλη σύντροφο της συμφοράς
Την Χάρυβδη τον στέλνει.

Κάτια Α. Ξ.
Αύγουστος 2010

Odysseus shipwrecked. After meeting Charybdis
Drawing by Bonaventura Genelli

Monday, August 16, 2010

The Monster

Η retrospectiva μου συνεχίζεται με ένα γραπτό μου του 2008.
Οι αναγωγές στο "Τέρας" είναι απολύτως προσωπικές. Και αλίμονο, δηλαδή, αν δεν ήταν...

'Εργα
του
Hans Rudolf "Ruedi" Giger



Το ατσάλινο τέρας βοά
κουλουριάζεται
απλώνεται
τυλίγεται
σέρνεται
συρίζει
ουρλιάζει
βρυχάται
σπέρνει χάος
γκρεμίζοντας
τις πύλες της κολάσεως
βογκώντας
ανοίγει δρόμους
στον βαλσαμωμένο χρόνο
με τα σιδερένια του πλοκάμια
ρουφώντας αίμα και οξύ

Βυθίζει τις κρύες, μεταλλικές του αρθρώσεις
γεμάτες αγκάθια και σκουριά
σε μαλακά, καυτά
σπλάχνα
ερεθισμένο
εξακοντίζοντας
διέγερση αναπόδραστου σύμπαντος
των cyber μηχανών

Βγάζει καρφιά και λάμες
Σκίζει τις λάμ ι ες
με δόντια από πλουτώνιο
και υδράργυρο

Τα αυγά του εκκολάπτει
σε φορμόλη και παγωμένο αίμα

Το σιδερένιο ανοσιούργημα
των ονειρώξεων του Γαλαξία Γάμα
γεννά κεφάλια μέδουσας
γοργόνεια κι εφιάλτες

Ηδονικές κραυγές
και πόθου οιμωγές
σαρώνουν τη ραδιενεργό σκόνη
λιώνουν βαθιά στης γης
την άνομη τη μήτρα

Ξερνάει το τέρας
τρόμο και ατσάλι
καθώς στον αδηφάγο κόλπο
του αιμάσσοντος πυρήνα
της σπαραγμένης Κίρκης
βυθίζει τον φαλλό
σε δηλητηριώδη στύση

Εκχύνοντας
σπέρμα
φονικό
ηλεκτροφόρο...

Katia X. 2008

Sunday, August 15, 2010

Ούλη Κόμη

Πίνακας του
Sandro Botticelli
(Alessandro di Mariano di Vanni Filipepi)

(Born 1445, Florence [Italy],
Died May 17, 1510, Florence)

Primavera or Allegory of Spring
1482
Tempera on panel
Uffizi, Museum, Florence


Ένα "παλιό" ποίημά μου, της περιόδου που ονομάζω "αγωνιώδη".
Το αγαπώ πολύ και μού αρέσει από καιρού εις καιρόν να το επαναφέρω...

Σημ. Ούλη κόμη=σγουρά μαλλιά

Αποδυναμωμένη κουλτούρα
Σε βάθος σουρεαλιστικού πίνακα
Δεν πίστευα σ’ αυτό το τέλος
Της αδέκαστης σκέψης
Πριν από σένα ήμουνα γκρεμός
Στα χείλια της απροσπέλαστης
Επαναστατικότητας
Μαζί με σένα
Διαλεχτικά φιλολογικά εξασέλιδα
Σε ηλιόλουστες αίθουσες
Και τοπία ανεξερεύνητα

Αγώνας ασθμαίνων

Μακριά σου έβλεπα τη θάλασσα
Χωρίς ελπίδα
Αντανακλαστικού φωτός
Στο ferry άδεια μνήμη

Μακριά από κει
Εδώ κοντά
Κοντά σου
Απελπισία
Άσκοπη αναζήτηση
Δεν με βρήκες
Το ήξερα
Γαλάζια κύματα στο μυαλό σου
Απουσία μονιμότητας
Και μονιμότητα απουσίας
Αδιάφορο αν πονάω
Προσωρινά μόνο

Θορυβώδικα ιδανικά
Ραντίζουν τις απενεργοποιημένες σου
Διαλείψεις.

Ούλη κόμη καθ’ όλου ευκινησία
Και νευρώδικη ιδιοσυγκρασία
Χαρακτηριστικός εκπρόσωπος
Που απουσιάζει
Υγρό κύμα
Που σφαδάζει
Καθώς μιλάς για πεμπτουσίες
Κι εγώ για διάτρητους ορίζοντες

Γελούσες
Παιδιάστικοι ελιγμοί
Το πιστεύεις;
Κίτρινα τα μάτια σου ΤΟΤΕ
Πέτρινα τα μάτια σου ΤΩΡΑ
Αδιαπέραστο κάλεσμα
ΤΩΡΑ
Θέλω να τα ρουφήξω
Με μια ανάσα χωρίς επιστροφή
ΤΩΡΑ
Και δεν μπορώ
ΤΩΡΑ ΠΙΑ.

2004 © Κάτια Ξ.

Friday, August 13, 2010

ΟΙ Ποιητές στο Boudoir-Stéphane Mallarmé

Édouard Manet:Portrait of Stéphane Mallarmé, 1876



Nicolas Lancret
La Camargo dancing



Από το βιβλίο του Paul Verlain
Les Poètes Maudites (Οι Καταραμένοι Ποιητές)

ΑΙΤΗΜΑ
του
Stéphane Mallarmé

Από καιρό ονειρευόμουν να 'μαι, ω Δούκισσα,
Η Ήβη που γελά στο τάσι σου, στο φίλημα των χειλιών σου.

Μα είμαι ποιητής, κάτι λιγότερο από αβάς,
Κι ως τώρα η μορφή μου δεν κόσμησε πορσελάνη.

Αφού δεν είμαι το σγουρόμαλλο σκυλάκι σου,
Ούτε οι καραμέλες, η άλικη πούδρα σου, τα μάτια σου που ξεγελούν

Και που ωστόσο πάνω μου ρίχνουνε τη ματιά τους,
Ξανθιά εσύ που οι θείοι κομμωτές σου οι χρυσοχόοι είναι,

Ονόμασέ με...εσύ που τα άλικα χαμόγελά σου
Είναι κοπάδι πάλλευκο από ήμερα αρνιά
Που βόσκησαν στις καρδιές βελάζοντας εκστατικά,

Ονόμασέ με...κι ο Μπουσέ σε μια βεντάλια ρόδινη
Με φλογέρα στα χέρια θα με φτιάξει τη στάνη μου να κοιμίζω,

Δούκισσα, ονόμασέ με βοσκό των χαμογέλιων σου.

Ε, τι ανεκτίμητο λουλούδι του θερμοκηπίου!
Που το έδρεψαν με τι όμορφο τρόπο! Με το τόσο
δυνατό χέρι του αρχιτεχνίτη που έπλασέ το.

Εκδόσεις: Αιγόκερως
Μετάφραση: Αλέξης Ζήρας
Τίτλος πρωτοτύπου: Les Poètes Maudites

Sunday, August 8, 2010

Ο κ. Γοδεφρίδος κι εγώ II


Πίνακας
του
John Everett
Millais

English Pre-Raphaelite painter & illustrator

(Βorn June 8 1829- died August 13 1896)

A Beauty




Ο κ. Γοδεφρίδος πρέπει να έκανε έναν ύπνο βαθύ και ήρεμο εκείνη τη νύχτα, γιατί την επόμενη μέρα ξύπνησε φρέσκος και κεφάτος. Τον άκουσα, ενώ έπαιρνε το μπάνιο του, να τραγουδά με την στεντόρεια φωνή του την Madamina, προσπαθώντας να είναι ένας αξιοπρεπής Leporello.
Δύο ήταν οι αγαπημένες όπερες του κ. Γοδεφρίδου, τις οποίες άκουγε με τις ώρες τα φθινοπωρινά και χειμωνιάτικα απογεύματα. Don Giovanni και Andrea Chénier. 
Μάλιστα, κουνούσε έντονα τα χέρια του δεξιά κι αριστερά, σαν να διηύθυνε μια φανταστική ορχήστρα, ενώ έγερνε ταυτόχρονα το κεφάλι του στο πλάι, έχοντας τα μάτια κλειστά και ταξιδεύοντας νοερά, ποιός ξέρει πού... Συχνά οι κινήσεις του γίνονταν ιδιαίτερα έντονες, εναρμονιζόμενες με τις εξάρσεις της μουσικής!
Τις ανοιξιάτικες και καλοκαιρινές βραδιές, πάλι,  προτιμούσε να ακούει και να σιγομουρμουρίζει μερικές σονάτες του Chopin και τα Βραδεμβούργια κονσέρτα του Bach. 
Πάντα με κλειστά μάτια, λύγιζε κάνοντας το σώμα του να κυματίζει πέρα-δώθε, σαν να είχε αφήσει τα κύματα της μουσικής θάλασσας να τον παρασύρουν σε κάποιο μαγικό νησί!

Α! Όλα κι όλα! Ο κ. Γοδεφρίδος είχε ανεπτυγμένο μουσικό κριτήριο. Και η αισθητική του ήταν ιδιαίτερα υψηλή, θα μπορούσα να πω...
Ήμουν στην ευρύχωρη, φωτεινή κουζίνα και τακτοποιούσα τα καλογυαλισμένα, μπακιρένια σκεύη, που κρέμονταν πάνω από τον πάγκο, ενώ στην φωτιά έβραζα νερό για το τσάι. 

Υπήρξαν κάποια λεπτά απόλυτης σιωπής στο σπίτι, καθώς ο κ. Γοδεφρίδος είχε σταματήσει να τραγουδά. Θα είχε γυρίσει στην κρεβατοκάμαρά του να ντυθεί, ασφαλώς.
Εισέπνευσα με ευχαρίστηση τη ζεστασιά της κουζίνας και απόλαυσα τη γλυκιά ησυχία. Οι μόνοι θόρυβοι ήταν τα κούτσουρα, που τριζοβολούσαν στο τζάκι και το κροτάλισμα από τις φίνες πορσελάνες Βοημίας με τα λεπτά χρυσοδουλεμένα φινιρίσματα, καθώς τις τοποθετούσα στο τραπέζι για το σερβίρισμα του τσαγιού.

Ο κ. Γοδεφρίδος αγαπούσε τα όμορφα γεμάτα φινέτσα αντικείμενα. Έλεγε, ότι τον γέμιζαν με  κάποιου είδους προσωρινή ευτυχία!
Το φρυγανισμένο ψωμί άχνιζε και μοσχοβολούσε, σερβιρισμένο ήδη μέσα στην πιατέλα, ενώ ολόφρεσκο βούτυρο, μαρμελάδα από μούρα και κατσικίσιο τυρί ανέδιναν ήδη γαργαλιστικές ευωδίες.
"Πολύ ωραία, πολύ ωραία, αγαπητή μου! Ξυπνήσατε νωρίς, βλέπω! 
Όλα έτοιμα και όλα στην ώρα τους!"
Ο κ. Γοδεφρίδος είχε κάνει μια θορυβώδη και χαρούμενη είσοδο στην κουζίνα, φέρνοντας ένα δροσερό αέρα από ακριβή κολόνια και ταμπάκο!
Κάπνιζε τον μυρωδάτο καπνό του μόνο στο δωμάτιό του ή στο γραφείο του και μόνο με τα παράθυρα ανοιχτά!
"Καλημέρα. Το τσάι είναι έτοιμο", είπα σερβίροντάς τον.
"Λοιπόν, πώς κοιμηθήκατε;", ρώτησε με ενδιαφέρον ο κ. Γοδεφρίδος, 
ρουφώντας μια μεγάλη γουλιά καυτό τσάι.
"Ελαφρά", απάντησα, ενώ καθόμουν απέναντί του για να πιω το ρόφημά μου.
Πράγματι, μετά τα μεσάνυχτα είχε αρχίσει να φυσάει δυνατά. 
Σταμάτησε η χιονόπτωση, αλλά όλη τη νύχτα τα κλαδιά των δέντρων χτυπούσαν με μανία στα παράθυρα, 
σαν να ήθελαν, θαρρείς, να εισβάλλουν μέσα στο δωμάτιο, κάνοντας τα παλιά ξύλινα παντζούρια με τους μεντεσέδες να τρίζουν απαίσια.

"Ω! Εγώ κοιμήθηκα σαν πουλάκι, σαν πουλάκι, μα την αλήθεια! Αλλά, αν δεν με απατά η μνήμη μου, εχτές το βράδυ έπεσε στην αντίληψή μου, ότι θέλατε να συνεχίσουμε τη μικρή μας κουβεντούλα! Τι λέτε; Δεν είναι καλύτερα να συνεχίσουμε τώρα, με το φως της ημέρας;"
"Με το φως της ημέρας...", επανέλαβα λίγο αφηρημένα...
"Μα, ναι, φυσικά! Ας την συνεχίσουμε, λοιπόν, πίνοντας το τσάι μας. Συμφωνείτε, αγαπητή μου;",  με ρώτησε χαμογελαστά ο κ. Γοδεφρίδος.

Συνεχίζεται....

Κ. Α. Ξ. 2010