Στο πρόσφατο ΤΑΙΝΙΟΡΑΜΑ 2007, από τις 07 έως τις 14 Ιουνίου, στο ετήσιο δηλαδή αφιέρωμα, που ευλαβικά σχεδόν τελείται κάθε χρόνο στον κινηματογράφο ΑΣΤΥ, και είναι μια λατρευτική τελετουργία παρακολούθησης αριστουργημάτων, που σημάδεψαν την 7η Τέχνη και τις ψυχές πολλών σινεφίλ, συμπεριλαμβανομένης και αυτής της γράφουσας, παρακολούθησα πολλές ταινίες, τις περισσότερες, δηλαδή. Μερικές τις παρακολούθησα για 2η ή και 3η φορά, γιατί τα αφιερώματα είναι η μεγάλη μου αδυναμία και σπανίως τα χάνω.
Ενδεικτικά αναφέρω τις «Τρόμος στην Όπερα» του Ντάριο Αρζέντο, «Στη ράχη του διαβόλου» του Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο, «Senso» του Λουκίνο Βισκόντι, «Έκλειψη» του Μικελάντζελο Αντονιόνι, «Κάουμπόυ του μεσονυχτίου» του Τζον Σλέσινγκερ, «Δεν φιλώ στο στόμα» του Αντρέ Τεσινέ.
Την «Έκλειψη», όσο κι αν φανεί παράξενο την πρωτοείδα σε ηλικία 12 ετών, σε θερινό σινεμά της Καστέλλας, με την συνοδεία γονιών.
Κατακαλόκαιρο, ζέστη, περικοκλάδες και ζαρντινιέρες στους πλαϊνούς τοίχους, και το γιασεμί να μοσχοβολά. Έχω ξαναγράψει, ότι οι γονείς μου, με πήγαιναν σινεμά από τα πέντε μου, γιατί δεν είχαν πού να με αφήσουν και φυσικά δεν αποχωρίζονταν τον κινηματογράφο με τίποτα.
΄Ετσι ήμουν συνηθισμένη σε «καλλιτεχνικές» ταινίες. Αυτή εδώ, όμως ήταν κάτι αλλιώτικο…Χωρίς να καταλαβαίνω τι ακριβώς γινόταν, ένιωθα βαθιά μέσα μου, ότι ήταν κάτι μεγάλο, κάτι σημαντικό, αυτό που διαδραματιζόταν στην οθόνη.
Με εντυπωσίασαν τα αργά πλάνα, οι άδειοι χώροι, τα μελαγχολικά πρόσωπα, το γεμάτο αγωνία και προσμονή, - μάταιη, όπως κατάλαβα αργότερα - βλέμμα της Μόνικα Βίτι, και με καθήλωσε το τέλος.
Για χρόνια, έμεινε και μένει χαραγμένο στην μνήμη μου το ρυάκι του νερού, που κυλάει στον άδειο κι έρημο δρόμο, σε εκείνη την γωνία, όπου είχε δοθεί το επόμενο ραντεβού, ανάμεσα στην Βίτι και τον Ντελόν, μια συνάντηση, που ποτέ δεν έγινε…όχι, που δεν επέπρωτο, αλλά που είχε προαποφασιστεί να μην πραγματοποιηθεί.
Κανείς, δεν εμφανίστηκε από τους δύο…και η αθώα μου καρδιά υπέφερε, βλέποντας να περνούν άνθρωποι, αδιάφοροι, ξένοι, να κοντοστέκονται και μετά να προσπερνούν…και οι ήρωες της ιστορίας να είναι απόντες…και το νερό στην άκρη του δρόμου, το μόνο φυσικό, ζωντανό και παλλόμενο στοιχείο, να κυλά και να χάνεται, οι άνθρωποι να λείπουν και η απουσία να γίνεται τόσο επώδυνη…Η ΕΚΛΕΙΨΗ...προοπτικής, ελπίδας, επαφής, βαθιάς και ουσιαστικής ανθρώπινης επαφής.
Αργότερα και μεγαλώνοντας, φυσικά, συνειδητοποίησα, the hard way, πόσο πονάνε οι απουσίες...ειδικά συγκεκριμένες απουσίες.
Βγήκα από το σινεμά στενοχωρημένη και δεν χρειάστηκε να ρωτήσω τον μπαμπά και τη μαμά τίποτα, σχετικά με τον τίτλο της ταινίας…είχα καταλάβει…
Η ταινία έμεινε μέσα στο μυαλό μου σαν κάτι μοναδικό, που όμοιό του δεν είχα ξαναδεί.
Έκτοτε την είδα στο Λύκειο, την είδα σαν φοιτήτρια σε αρκετά αφιερώματα και την ξαναείδα στο φετινό αφιέρωμα, περισσότερο για να διαπιστώσω, αν θα μού αφήσει την ίδια στυφή και γλυκόπικρη γεύση, αν έχει την ίδια δύναμη να συνταράσσει ψυχές, αν στέκεται στον 21ο αιώνα.
Βγήκα από τον κινηματογράφο θριαμβολογώντας στην παρέα!
Η ταινία, τόσα χρόνια μετά τη δημιουργία της, είναι αρυτίδωτη.
Και θα παραμείνει έτσι για πάντα.
«Όσο υπάρχουν άνθρωποι», που λέει χαρακτηριστικά και η μητέρα μου, όταν την ρωτώ, ποια είναι η ταινία που την έχει σημαδέψει…( πρόκειται για την υπέροχη ταινία "From Here To Etrnity", που προβλήθηκε στην Ελλάδα με αυτόν τον τίτλο! )
Όσο υπάρχουν άνθρωποι, λοιπόν, η Έκλειψη» θα είναι τρομακτικά επίκαιρη. Όσο υπάρχουν ανθρώπινες σχέσεις, θα υπάρχει η εναγώνια αναζήτηση της βαθύτερης, ουσιαστικής επαφής, θα υπάρχει ο φόβος, μήπως δεν μιλάμε την ίδια γλώσσα, μήπως είμαστε απέραντα μόνοι, ακόμα και δίπλα στο αντικείμενο του πόθου μας.
Όσο υπάρχουν σκεπτόμενοι άνθρωποι, η μελαγχολία, θα είναι παιχνίδι για έναν.
Η αποξένωση θα μάς αφήνει ψυχικά ερείπια και το "νερό" θα κυλάει και θα χάνεται ερήμην μας...
Ο Αντονιόνι, τοποθετεί τους ήρωές του σε ένα αστικό, μοντέρνο περιβάλλον, σε συμπαγείς, τετραγωνισμένους, μινιμαλιστικούς χώρους, σε άδειους δρόμους, σε αναγειρόμενες, σύγχρονες κατασκευές, φέρνοντας στο νου τους μεταφυσικούς χώρους, τις άδειες πλατείες, τους έρημους σταθμούς και την αβάσταχτη μοναξιά των πινάκων του Giorgio De Chirico.
Η γραφή του είναι λιτή, τα πλάνα του αργά. Καδράρει πρόσωπα, βλέμματα πάντα σε γκρο πλαν και η κάμερα ακίνητη καταγράφει ό,τι μπαίνει και ό,τι βγαίνει από το καρέ, πολύ συχνά χωρίς traveling, τεχνική, που χρησιμοποιούν και άλλοι μεγάλοι δημιουργοί, από τον Ταρκόφσκι, τον Μπέργκμαν, έως τον δικό μας Αγγελόπουλο.
H Μόνικα Βίτι, μούσα του Αντονιόνι σε πολλές ταινίες του, είναι η προσωποποίηση της γυναίκας, που μάταια αναζητά την βαθύτερη, ανθρώπινη επαφή, πέρα από την απλή σαρκική. Και είναι η γυναίκα, στις ταινίες του Αντονιόνι, όπως και στη «Νύχτα» και στο «Τελευταίο τανγκό στο Παρίσι», που έχει πλήρη επίγνωση της μοναξιάς , της αποξένωσης και της έλλειψης επικοινωνίας με το άλλο φύλο και με το περιβάλλον γενικότερα.
Είναι η γυναίκα, που είναι υποψιασμένη, ότι οι ερωτικές σχέσεις, είναι κατ’ επίφασιν «σχέσεις», γιατί θέσει, όχι φύσει – ο Αντονιόνι τις θέλει δυνατές τις θηλυκές του φιγούρες και κυρίαρχες, τελικά, να αποφασίζουν μόνες τους και με γνώμονα την λογική , για το μέλλον τους και συγχρόνως για το μέλλον της ανθρωπότητας - είναι υποταγμένες σε κανόνες, που έχει θεσπίσει ο σύγχρονος ανταγωνιστικός άνθρωπος. Μεταφορικά και κυριολεκτικά, αυτός είναι το αρσενικό. ( Μη ξεχνάμε τη θρυλική σκηνή με το βούτυρο στο "Τελευταίο τανγκό στο Παρίσι", (Μάρλον Μπράντο - Μαρία Σνάιντερ), όπου γλυκά και με μαεστρία "παραβιάζεται" η γυναικεία φύση, προς τέρψιν του κυρίαρχου αρσενικού ).
Ο Αντονιόνι είναι ένας βαθιά φεμινιστής και πολιτικοποιημένος σκηνοθέτης.
Τέμνει την μεγαλοαστική τάξη, καυτηριάζοντας την απραξία και την αεργία της, Δεν καταφεύγει σε ευκολίες για να κατακεραυνώσει τις συνήθειες των μεγαλοαστών, όπως γίνεται στο καταγγελτικό σινεμά. Το κάνει εκ των έσω. Αφήνει τους μεγαλοαστούς, πλήττοντες αφόρητα ήρωές του να διαβρώνονται μεθοδικά. Και η κάμερά του καταγράφει αριστουργηματικά αυτήν τη διάβρωση. Ανούσιες υπάρξεις, ανταλλάσσουν ανούσιους διαλόγους για να καλύψουν το αβυσσαλέο κενό τους. Η πλήρης αποδυνάμωση της ουσίας.
Στην Έκλειψη, στην καταπληκτική και πολύ προχωρημένη για την εποχή της – και οπωσδήποτε προφητική - σκηνή του χρηματιστηρίου, παρουσιάζει τους μεγαλοαστούς σαν αλαλάζοντα όντα, σε μια σύγχρονη Βαβέλ ,σε μια σκηνή αρκετών λεπτών, ( θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ένα φοβερό μονοπλάνο, όπως το αξέχαστο 10λεπτο μονοπλάνο του Brian De Palma στην αρχή του Snake Eyes ), η οποία τελικά παρασύρει τον θεατή στην αφόρητη ενόχληση, ώστε να ταυτιστεί με την ηρωΐδα, ( ο σκηνοθέτης δεν αποστασιοποιεί τον θεατή, αντίθετα τον συμπαρασύρει μέσα στην βαθιά μελαγχολία και την εναγώνια αναζήτηση των ηρώων του ) η οποία παρακολουθεί όλο αυτό το "ανίερο" αλισβερίσι, κρυμμένη κάπου στην αφάνεια, απόμακρη και αποξενωμένη από αυτόν τον νέο, θαυμαστό κόσμο (!).
Ο ναός του κέρδους, του εύκολου και ανώδυνου, είναι και ο καταπέλτης, που θα συντρίψει τον ωραίο και πολλά υποσχόμενο Ντελόν.
Εκεί θα συνειδητοποιήσει η Βίτι, ότι μιλούν διαφορετική γλώσσα, ότι ακολουθούν χωριστούς δρόμους, ότι δεν επικοινωνούν, ότι η σωματική έλξη απλά δεν είναι αρκετή.
Εκεί θα απομυθοποιήσει το αντικείμενο του πόθου της. Θα το δει να ξεγυμνώνεται…
Ο βασιλιάς είναι γυμνός…
Η ταινία – σιχαίνομαι να γράφω αυτό το καρα-κλισέ, είναι αναγκαίο όμως, - προσφέρει πολλαπλά επίπεδα για ανάγνωση και μελέτη. Πολιτικό, κοινωνικό υπόβαθρο, μεταφυσικές ανησυχίες, αιώνια και αναπάντητα ερωτηματικά του σύγχρονου ανθρώπου...
Δεν θα συνεχίσω περισσότερο.
Την τιμώ και την λατρεύω, εξ αιτίας εκείνης της αθώας, παιδικής ανάμνησης και εμπειρίας. Θεωρώ, ότι είναι μία από τις ταινίες, που με μύησαν στον καλό κινηματογράφο. ( Ό,τι σημαίνει αυτό για τον καθ’ ένα ).
Απλά, αισθάνομαι υποχρέωσή μου, να παρακινήσω εκείνους, οι οποίοι δεν την έχουν δει, να την δουν.
Η «Έκλειψη» και η «Νύχτα», όχι απλά πρέπει, αλλά επιβάλλεται να υπάρχουν στη συνείδηση κάθε θεατή. ( Όχι, δεν θα γράψω «σινεφίλ»! )
Αφιερώματα σε ταινίες του Αντονιόνι (όχι κριτική)
ΕΔΩ
και
ΕΔΩ
Μια και εξέλιπε και έτερος μέγιστος και λατρεμένος σκηνοθέτης, ο Ίγκμαρ Μπέργκμαν, ο φιλόσοφος του κινηματογράφου, αφιέρωμα (όχι κριτική ) σε κάποιες από τις αριστουργηματικές ταινίες του υπάρχει ΕΔΩ.
Σαν φόρο τιμής στον μεγάλο Σουηδό σκηνοθέτη, θα αναφέρω την ταινία του «Καλοκαίρι με την Μόνικα», από τις λιγότερο γνωστές του, που είδα στην εφηβεία μου κι επίσης άφησε ανεξίτηλα σημάδια πάνω μου…
Λ.Κ. 2007