Sunday, March 27, 2011

Ο κ. Γοδεφρίδος κι εγώ IV

Πίνακας του
Johannes Vermeer
Dutch painter
(Baroque)

(Baptized October 31, 1632, Delft, Netherlands,
Buried December 15, 1675, Delft)


Girl with a Pearl Earring
c. 1665
Oil on canvas, 46,5 x 40 cm
Mauritshuis, The Hague



Ο κ. Γοδεφρίδος κι εγώ IV
(προτελευταίο)

Ήταν, άραγε, ερωτευμένος ο κ. Γοδεφρίδος;
Μήπως αυτός ήταν ο λόγος, που περιπλανιόταν όλη την ημέρα άσκοπα στον ανοιξιάτικο κήπο, χαϊδεύοντας απαλά τα μοσχολούλουδα, αγγίζοντας με τα ακροδάχτυλά του τα κρινάκια και τους πανσέδες, χαζεύοντας με τις ώρες τα γλυκόλαλα αηδόνια και τους παιχνιδιάρηδες κορυδαλλούς, που ερωτοτροπούσαν χαριτωμένα κάτω από τον θερμό, λαμπερό ήλιο της εξοχής;

Αλλά με ποια να ήταν ερωτοχτυπημένος;
Ίσως με την χλωμή, κομψή δεσποινίδα Βαλεντίνη, που είχε μετακομίσει πρόσφατα στη ανακαινισμένη έπαυλη, στην άκρη του δρόμου. Κάθε φορά, που περνούσε μπροστά από τον κήπο μας, έριχνε κλεφτές ματιές μέσα και όποτε έβλεπε τον κ. Γοδεφρίδο να περιφέρεται ανάμεσα στις ολάνθιστες τριανταφυλλιές και στα καταπράσινα δέντρα, σταματούσε δειλά και με τη λεπτή, κελαρυστή φωνή της τον χαιρετούσε: "Καλημέρα σας. Πώς είστε σήμερα;"
"Ω, την χαριτόβρυτον δεσποσύνη Βαλεντίνη! Τώρα που σάς είδα, πολύ καλά! Ευχαριστώ! Κι εσείς;" απαντούσε εκείνος, με ένα λαμπερό χαμόγελο να φωτίζει το πρόσωπό του...
Η δεσποινίς Βαλεντίνη κοκκίνιζε, χαμήλωνε το βλέμμα και γεμάτη ικανοποίηση απαντούσε: "Πολύ καλά, κύριε Γοδεφρίδε! Μα δεν είναι μια υπέροχη μέρα;"
Η δεσποινίς Βαλεντίνη αρεσκόταν να αναφέρεται στον καιρό, όποτε έπιανε κουβέντα με τον Κ. Γοδεφρίδο.
Έλεγε, πόσο πολύ τής άρεσαν οι φωτεινές ανοιξιάτικες ημέρες και η θέρμη του ήλιου.
Πόσο πολύ αγαπούσε τη ζέστη.
Απορούσα γιατί ο κ. Γοδεφρίδος δεν την είχε καλέσει ακόμα για τσάι ή για μια βόλτα στον κήπο...
Μα ήταν πράγματι ερωτευμένος ο κ. Γοδεφρίδος;
Κι αν ήταν...με ποια...;

Έριξα μια τελευταία ματιά στον καθρέφτη μου, καθώς στερέωνα το αριστερό μου σκουλαρίκι. Δεν μού άρεσε να φοράω κοσμήματα, αλλά όταν σήκωνα τα μαλλιά μου ψηλά, πάντα φορούσα τα μαργαριταρένια σκουλαρίκια, που μού είχε χαρίσει η μητέρα μου.
Το είδωλο με το οποίο με φιλοδώρησε ο καθρέφτης, με έκανε να χαμογελάσω αμυδρά.
Ήμουν έτοιμη για το τσάι στον ολάνθιστο και μοσχομυρισμένο κήπο...
Σκεφτόμουν, μάλιστα, να προτείνω στον κ. Γοδεφρίδο να καλέσει και την δεσποινίδα Βαλεντίνη μια από αυτές τις ημέρες, να μάς συντροφεύσει στο τσάι.

Δυο σταγόνες άρωμα στη βάση του λαιμού και ήμουν έτοιμη!
Βγήκα από το δωμάτιο κι έκλεισα πίσω μου την πόρτα...

Συνεχίζεται...


Κάτια Ξ.
Μάρτιος 2011