Showing posts with label mystery. Show all posts
Showing posts with label mystery. Show all posts

Thursday, January 5, 2012

Ερινύες

Πίνακας
του
William-Adolphe Bouguereau
(born Nov. 30, 1825, La Rochelle, France,
died Aug. 19, 1905, La Rochelle)


Orestes Pursued by the Furies, 1862
Oil on canvas


Οι Ερινύες ξόδεψαν
και το τελευταίο τους νόμισμα
πάνω στην πέτρα χάραξαν τα ονόματά μας
σε κέρατα ταύρων τραγούδησαν
τραγούδι οργισμένο
και τύλιξαν σε δάκρυα λησμονιάς
τα βλέφαρά μας
τρυπώντας μας τους κερατοειδείς
με ανελέητο φως

Κι ύστερα βούτηξαν πάλι
στα βαθιά σκοτάδια.

Μόνο η πέτρα μένει πια
τις Ερινύες μας
να θυμίζει.

Κάτια Ξ.
Ιανουάριος 2012

Wednesday, December 7, 2011

Walpurgisnacht


Εν όψει του παγωμένου Χειμώνα, 
ας αναπολήσουμε τις μαγεμένες ανοιξιάτικες και καλοκαιρινές νύχτες...




Κλωθογυρίζοντας του θέρους τις ανέμες
μεταξωτά τα νήματα σε ντελικάτα δάχτυλα
λιναριού κόμποι σε βρεγμένα χείλια
σαλιωμένη ρόκα με ακίδες που τρυπούν
σιωπές σε ανήλιαγες κάμαρες
με αψίδες χαμηλωμένες να χαϊδεύουν
και να γητεύουν τις μοίρες
η Κλωθώ σιγομουρμουρίζει
και η Λάχεσις λαγοκοιμάται
η Άτροπος υφαίνει
και η Βαλπουργιανή επιβλέπει
τα έργα τα συντελεσθέντα
σε υψιπύργια σιωπηλά
δεμένοι σε πλεξούδες χρυσαφιές
είναι οι κρίνοι του κήπου σου
του μυστικού
με ατραπούς του Μέλανος Δρυμού
και φθόγγους πνιγμένους
και σε ήχους πλάγιους παιγμένους
κλωθογυρίζω
και γυρίζω
πλέκω και περιπλέκω
τα νήματά σου στην καρδιά μου
την ηδονή σου
στο κορμί μου
σε μυστικά περάσματα
και σε φιλήματα
γίνομαι η Λάχεσις
και η Κλωθώ
και η Άτροπός σου
και σε τυλίγω
σε ιστό της
Βαλπουργίας
μαγικό


Κάτια Ξ. Δεκέμβριος 2011

(Loreley Lucy © 2006)




Σημ.Η Φωτογραφία τραβήχτηκε
από εμένα στις 10/7/06 15:42μμ
στο Lindau- Germany

Friday, July 3, 2009

Dante Gabriel Rossetti


Στα ηχεία μας σήμερα:
Mozart
The Magic Flute


Dante Gabriel Rossetti

English Pre-Raphaelite artist
~original name Gabriel Charles Dante Rossetti~

(Born May 12, 1828, London, England,
died April 9, 1882, Birchington-on-Sea, Kent)


Γιός Ιταλού μετανάστη, γεννημένος στο Λονδίνο, στην Αγγλία, την χώρα των ιπποτών και των θρύλων, υπήρξε μαζί με τον William Holman Hunt, ο εμπνευστής μιας νέας φιλοσοφίας στην Τέχνη, ενός ρεύματος που "έσπαγε" τη φυσική συνέχεια στις τάσεις της εποχής και αποθέωνε την μεσαιωνική θεώρηση των πραγμάτων. Αποτέλεσμα αυτής την καλλιτεχνικής ανησυχίας και αναζήτησης ήταν η δημιουργία ενός από τα πιο εμβληματικά κινήματα στην ιστορία της Τέχνης, του κινήματος των Προ-Ραφαηλιτών.

Ο Dante Gabriel Rossetti υπήρξε λάτρης του Δάντη, στον εφιαλτικό κόσμο των ποιημάτων του οποίου είχε καταδυθεί πολλές φορές. Τιμώντας τον ποιητή, υπέγραφε ως Dante.
Με τα καρμικά νούμερα 8 και 2 σε αναστροφή στις χρονολογίες γέννησης και θανάτου του, ο Rossetti, όπως οι περισσότεροι ιδιοφυείς καλλιτέχνες, υπήρξε αυτοκαταστροφικός, εθίστηκε σε οπιούχες και υπνωτικές ουσίες, καταστρέφοντας αργά και μεθοδικά την υγεία του, όπως καταστράφηκε και η υγεία της γυναίκας του από την χρόνια χρήση του λάβδανου. (Το λάβδανο είναι μία παυσίπονη ουσία, που ακόμα και σήμερα χορηγούν, κυρίως οι οδοντίατροι, σε ελάχιστες ποσότητες στους ασθενείς τους)

Ο Rossetti ήταν ένας αθεράπευτα ρομαντικός, που συχνά κατέφευγε στην ποίηση για να εκφράσει τον πλούτο των συναισθημάτων του και την πολύπλοκη και αινιγματική φύση του.
Μερικά ποιήματά του παρατίθενται παρακάτω.

Οι πίνακες του είναι γεμάτοι φως, οι μορφές του αινιγματικά μελαγχολικές, ωστόσο παραπέμπουν σε ένα κόσμο ονείρου και ιδεαλιστικών οραμάτων.
Γεμάτες φυσική στιβαρότητα, υγεία και ζωντάνια, πράγματα που ήταν ζητούμενα την εποχή που έζησε ο Rossetti, όταν ο κόσμος μαστιζόταν από ανίατες ασθένειες, όπως η φυματίωση και η υγεία και φυσική κατάσταση του πληθυσμού ήταν ιδιαίτερα εύθραυστες, ειδικά στις χώρες με άσχημες κλιματικές συνθήκες και υγρασία, όπως η Αγγλία, οι φιγούρες του ήταν η εκπροσώπηση του ιδεώδους, του ιδεατού και του τέλειου!
Ήταν οι δικές του Καρυάτιδες, με τα αγαλμάτινα κορμιά, τις πλούσιες και περίτεχνες κόμες και τα δυνατά γεμάτα υγεία και αυτοπεποίθηση μέλη.
Ακόμα και στην αναπαράσταση του θανάτου της Beatrice, η μορφή της εκλιπούσας μοιάζει να κοιμάται ένα γλυκόν ύπνο, γεμάτον τρυεφερά όνειρα, καθώς δέχεται τον ασπασμό του αγαπημένου της, υπό μορφήν αγγέλου.
Τα χείλη της είναι ροδαλά και τα πλούσια μαλλιά της κυματίζουν θωπευτικά και υπνωτιστικά, αιχμαλωτίζοντας τη ματιά.
Θα μπορούσα να αναλύω επί ώρες τους μαγευτικούς και πλούσιους χρωματικά, αισθητικά και νοηματικά πίνακες του Δάντη της ζωγραφικής.
Αλλά καλύτερα να αφήσω εσάς να απολαύσετε τα έργα του και να δώσετε τις δικές σας ερμηνείες...

© Κάτια Α.


Self-portrait, 1847

The Day Dream

The Blessed Damozel

A Sea Spell

La Ghirlandata

Dante's Dream at the Time of the Death of Beatrice


The Blue Closet


The Tune of the Seven Towers


Poems by D. G. Rossetti

Lady Lilith

Of Adam's first wife, Lilith, it is told
(The witch he loved before the gift of Eve.)
That, ere the snake's, her sweet tongue could deceive,
And still her enchanted hair was the first gold.

And still she sits, young while the earth is old,
And, subtly of herself contemplative,
Draws men to watch the bright web she can weave,
Till heart and body and life are in its hold.

The rose and poppy are her flowers; for where
Is he not found, O Lilith, whom shed scent
And soft-shed kisses and soft sleep shall snare?
Lo! as that youth's eyes burned at thine, so went
Thy spell through him, and left his straight neck bent,
And round his heart one strangling golden hair.


Sybilla Palmifera

Under the arch of life, where love and death,
Terror and mystery, guard her shrine, I saw
Beauty enthroned; and though her gaze struck awe,
I drew it in as simply as my breath.

Hers are the eyes which, over and beneath
The sky and sea bend on thee, — which can draw,
By sea or sky or woman, to one law,
The allotted bondman of her palm and wreath.

This is that Lady Beauty, in whose praise
Thy voice and hand shake still, — long known to thee
By flying hair and fluttering hem, — the beat
Following her daily of thy heart and feet,
How passionately and irretrievably,
In what fond flight, how many ways and days!




A Sea Spell

Her lute hangs shadowed in the apple-tree,
While flashing fingers weave the sweet-strung spell
Between its chords; and as the wild notes swell,
The sea-bird for those branches leaves the sea.
But to what sound her listening ear stoops she?
What netherworld gulf-whispers doth she hear,
In answering echoes from what planisphere,
Along the wind, along the estuary?
She sinks into her spell: and when full soon
Her lips move and she soars into her song,
What creatures of the midmost main shall throng
In furrowed self-clouds to the summoning rune,
Till he, the fated mariner, hears her cry,
And up her rock, bare breasted, comes to die?

Friday, June 19, 2009

Το Κρυστάλλινο Πουλί

Κάτι πολύ παλιό μου, που με γεμίζει νοσταλγία...

Στα ηχεία μας σήμερα:
Igor Stravinsky
Firebird

Πίνακας του
Arthur Hughes
Pre-Raphaelite Painter,
(27 January 1832 – 22 December 1915)



The Property Room



Η νύχτα ήταν βαριά, ασήκωτη.
Οι μουσκεμένες αναλαμπές του μυαλού μου βουτούσαν στο σκοτάδι, προσπαθούσαν να το δαμάσουν, αλλά αυτό ορθωνόταν με απίστευτη αγριότητα, κρατώντας φιδίσια μαστίγια και με απειλούσε με πλήρη καθυπόταξη.
Ξεκίνησα να τρέχω.
Μπροστά μου ορθώθηκαν θόλοι από γρανίτη και κίτρινο αδάμαντα, με τόση πρισματική αρμονία και με τόσες εκτυφλωτικές λάμψεις, που αναγκάστηκα να κλείσω τα μάτια.
Μέσα από τα μισόκλειστα βλέφαρα διέκρινα μια αχνή σκιά.
Μού έτεινε ένα χέρι. Ήταν ένα χέρι πελώριο, κρατούσε ένα χάρτη κιτρινισμένο, παλιοκαιρίτικο.
Άνοιξα πάλι τα μάτια, είχαν χαθεί γρανίτες και αδάμαντες από τους ορίζοντες του οπτικού μου πεδίου, που φαινόταν να είχε στενέψει τόσο πολύ που είχε μετατραπεί σε μια ατέλειωτα υποφωτισμένη σήραγγα.
Το χέρι με δελέαζε με κινήσεις υπνωτιστικές.
Σαν χαμένη και με το μυαλό να με διατάζει να ακολουθήσω το χέρι μπήκα στην σήραγγα.
Αναμμένα δαδιά σιγόκαιγαν και στις δύο πλευρές της στοάς και καθώς περνούσα σιμά τους, έσκυβαν αργά προς το μέρος μου μουρμουρίζοντας:
«Συγγνώμη, νεκρός, παγίδα, ..» κι άλλες χιλιάδες λέξεις που δεν προλάβαινα να τις απορροφήσω πλήρως καθώς η μια γεννιόταν στον απόηχο της άλλης κι όλες μαζί βογγούσαν με ήχους της αποκάλυψης.
Η σήραγγα φάνταζε ατέλειωτη, άρχιζα να κουράζομαι, να φοβάμαι, όταν το χέρι σταμάτησε απότομα και έστρεψε το χάρτη προς μια δάδα.
«Θα καεί», φώναξα με μια φωνή που φάνηκε να ακούω μόνο εγώ, καθώς ήχος δεν βγήκε και οι δάδες συνέχιζαν το αέναο λεξιπλέξιμό τους.
Ο χάρτης πήρε φωτιά, μια πύρινη γλώσσα γαλάζια στην αρχή και μετά κατακόκκινη, ξεπετάχτηκε σαν φοβέρα αλλά και σαν γλυκιά υπόσχεση, έγινε ένα πανέμορφο παρανάλωμα, εκεί μπροστά στα πόδια μου κι εγώ κάθισα κάτω, κι άρχισα να κλαίω βουβά, καθώς ούτε χέρι πια έβλεπα, ούτε έξοδο, ούτε κάτι που να μπορούσα να το θεωρήσω αρκετά ζωντανό, ώστε να με βοηθήσει να βρω το δρόμο της επιστροφής.

Έπρεπε να έμεινα εκεί ώρες πολλές και μάλλον απόκαμα κι ίσως με πήρε ο γλυκός μορφέας στην κάμαρά του, να με ανακουφίσει για κάμποση ώρα, όταν μια τσιριχτή φωνούλα έκραξε μες τ’ αυτί μου : «Έλα!»
Ξύπνησα αλαφιασμένη, η στοά είχε σκοτεινιάσει εντελώς και οι δάδες είχαν υποκύψει στο μοιραίο.
Δεν σιγόκαιγαν πια τις παράδοξες λέξεις τους, μόνο δάκρυζαν, και το δάπεδο της στοάς είχε γεμίσει από γαλαζοπράσινα δάκρυα, που δημιουργούσαν λεπτόχρωμα κρύσταλλα και γλιστρούσαν σαν κόλαση.
Γλίστρησα στο πρώτο βήμα μου προσπαθώντας να υπακούσω σε κείνο το «έλα».
Νόμισα πως κατρακύλησα ώρα πολλή, και τα κρύσταλλα μ’ ακολουθούσαν,
πραγματικά κατρακυλούσαν κι αυτά μαζί μου, πλέκοντας γύρο μου έναν αστραφτερό και διάφανο ιστό.
Μ’ έριξαν μαλακά σ’ ένα πολύ μικρό δωμάτιο, όλο καμωμένο από λέπια και ουρές σαύρας.
Πράσινο, γλοιώδες και αποκρουστικά σαγηνευτικό.

Μόλις έπεσα στο δάπεδο, που φαινόταν να μετακινείται συνεχώς τα κρύσταλλα όλα ορθώθηκαν μπροστά μου και σχημάτισαν μια καλοφτιαγμένη φιγούρα ενός πουλιού.
Το κρυσταλλένιο πουλί πήρε το χρώμα του εβένου και οι ανοιγμένες φτερούγες
το χρώμα του αχάτη.
Το ράμφος είχε το χρώμα του αιματίτη.
Το πουλί μού έγνεψε.
Σκαρφάλωσα στην ράχη του.
Δεν ήταν σκληρή ούτε κρύα, μα απίστευτα θερμή και μαλακιά.
Οι ουρές σαύρας ξεκίνησαν να σαλεύουν απειλητικά, άρχισαν να τεντώνονται, να εκτοξεύονται, άγγιξαν τα γυμνά μου πόδια, τυλίχτηκαν στους αστραγάλους, ανέβηκαν ψηλότερα στα γόνατα, με τραβούσαν με δαιμονική μανία.
Τα λέπια έστησαν χορό μετακινώντας το πάτωμα και τους τοίχους που πια είχαν πάρει το σχήμα στόματος ορθάνοιχτου και βρυχώνταν ακατάληπτους ήχους.
«Κράτα με». Είπε το μαύρο πουλί!
«Σε κρατάω»! Είπα και σφίχτηκα πάνω στις εβένινες φτερούγες, που είχαν ανοίξει και ξερνούσαν μολύβι και κομμάτια γρανίτη, με τόση ταχύτητα και δύναμη, που οι ουρές άρχισαν να αιμορραγούν και να τρυπώνουν η μια κάτω απ’ την άλλη φτύνοντας απειλές και κατάρες.
Λούφαξαν οι σαύρες κι άνοιξαν χώρο τα λέπια και το μαύρο πουλί με τα εβένινα φτερά πέταξε ανάμεσά τους και εκτινάχτηκε ψηλά στον ουρανό.

Μα δεν ήταν ουρανός αυτός, ήταν ένα παράξενος βαθυγάλαζος θόλος, με χιλιάδες κεντίδια από χρώματα και αστραπές.
Στο κέντρο του θόλου μία υπέροχη σύνθεση από περίτεχνα vitraux, αναπαριστούσε μια θυσία.
Κοίταζα μαγεμένη. Δεν χωρούσε ο νους τέτοια ομορφιά, τέτοια αρμονία, τέτοια πανδαισία χρωμάτων.
Ποιά θεϊκή παλέτα είχε γεννήσει αυτή τη δημιουργία;
Ποια λατρεία είχε εμφυσήσει στον δημιουργό αυτού του αριστουργήματος
την αποθέωση της τέχνης;
Τόσο συνεπαρμένη ήμουν που είπα στο πουλί: «Θέλω να πάω κοντά, θέλω να δω!»
«Όχι, δεν μπορείς»
«Γιατί όχι;»
«Δεν θα αντέξεις, θα χαθείς…»
«Δεν πειράζει, αρκεί που θα δω»
Το πουλί δάκρυσε.
Τα δάκρυά του έγιναν μικρές ψιχάλες και με διαπέρασαν σαν σουβλερός υπέρηχος.
Ξαφνικά πονούσα και κρύωνα, έκανε παγωνιά, και κάποιες νιφάδες άρχισαν να χορεύουν τρελά γύρο μου.
«Πήγαινέ με εκεί, κι ας χαθώ».
Το πουλί άλλαξε χρώματα τότε μπροστά στα έκθαμβα μάτια μου, χιλιάδες χρώματα εκτυφλωτικά κι άρχισε να πετά με κυκλικές κινήσεις μέσα στον τεράστιο θόλο, πλησιάζοντας την οροφή και το θαυμαστό έργο, που με τρελή λαχτάρα περίμενα ν’ αντικρίσω.
Κάθε φορά όμως που πλησίαζε, έκανε μια καλοζυγισμένη χορευτική φιγούρα
και βουτούσε στο κενό!
Δεν προλάβαινα να δω κι άρχισα να βουρκώνω.
Δεν ήταν φίλος μου τελικά το πουλί, μού στερούσε αυτό που ποθούσα πιο πολύ
εκείνη τη στιγμή.
Έκλαιγα γοερά και παρακαλούσα να με αφήσει.
«Κατέβασέ με από τα φτερά σου, θα σκαρφαλώσω μόνη μου!»
Το πουλί κάγχασε δυνατά και ήταν εκείνη τη στιγμή
σαν να περιγελούσε όλη μου την υπόσταση!
«Καλά» είπε.
Άρχισε ν’ αψηλώνει σιγά-σιγά προς το θόλο.
Τα χρώματά του πάλι μεταλλάχτηκαν έγιναν σκούρα γκριζωπά.
Πετούσε με μεγάλες κινήσεις ανοίγοντας τις φτερούγες
σε όλο τους το υπνωτιστικό βεληνεκές.

Φτάσαμε κοντά στον θόλο, σχεδόν άπλωσα το χέρι και τον άγγιξα.
Μοναδικής αρμονίας χρώματα και παραστάσεις ονειρικές.
Μια θυσία.
Μια γυναίκα στο ράμφος ενός πουλιού, με σχισμένo το αραχνοΰφαντο φόρεμα,
ήταν έτοιμη να παραδοθεί στο πεπρωμένο.
Το πεπρωμένο είχε μάτια γερακιού κατάμαυρα, και μαλλιά μέδουσας,
πολυπλόκαμους όφεις.
Χέρια κατάλευκα και σώμα σαν μαβιά πηχτή θάλασσα.
Το πεπρωμένο είχε όνομα.
Κάποια δυσανάγνωστη λέξη. Προσπάθησα να τη διαβάσω. «Επιθυμία»
Έμεινα να κοιτάζω αποσβολωμένη την παράσταση της θυσίας.
Τη ρουφούσα σαν μέλι και σαν γάλα, σαν δροσερό νερό και σαν δηλητήριο.
Την κατάπινα χωρίς ανάσα.
Την κοίταζα ώρα πολλή, δεν την χόρταινα.
Το πουλί με συντρόφευε στην ατέρμονη λαχτάρα μου να δω κι άλλο,
να ρουφήξω κι άλλο την μοναδικής καλλονής παράσταση.
Πετούσε αργά, απαλά και ξαφνικά ένοιωσα πως πετούσε κουρασμένα.
Απλά κουνούσε τις φτερούγες αλλά παρέμενε στο ίδιο σημείο,
αφήνοντάς με να απολαμβάνω κι άλλο κι άλλο…
Τα χρώματα όλα είχαν σβήσει, ούτε το γκρίζο είχε απομείνει.
Είχε γίνει διάφανο το πουλί, και είχε αρχίσει να κελαδάει.
Τι γλυκιά λαλιά!
«Κουράστηκες πολύ, σ’ ευχαριστώ καλό μου πουλί. Πάμε να φύγουμε τώρα, αρκετά είδα», είπα.
Το πουλί γλυκολαλούσε για λίγη ώρα ακόμα.
Μετά σταμάτησε, σιώπησε εντελώς.
Βούτηξε κάθετα στην αίθουσα, και με άφησε απαλά στο μαρμάρινο δάπεδο.
Παντού ήταν σκορπισμένες γραφίδες, σφραγιδόλιθοι και κομματιασμένα αγάλματα.
Είπα, κουράστηκε και θέλει να ξαποστάσει πριν κινήσουμε ξανά.
Το καημένο, τόση ώρα με βαστούσε στις φτερούγες του.
Εκείνο έκανε ακόμα μια πτήση ψηλά στο θόλο. Πτήση μοναδικής ωραιότητας και γλυκολαλούσε ξανά,
Θεέ μου πόσο γλυκά λαλούσε!
Έκλεισα τα μάτια ν’ απολαύσω την ουράνια μελωδία, όταν πυκνοί και αποτρόπαιοι ήχοι από απειλητικά φτεροκοπήματα μ’ ανάγκασαν να τα ανοίξω πάλι!
Το πουλί, το δικό μου πουλί είχε ξαναπάρει όλα τα χρώματά του, είχε βαφτεί κατάμαυρο με μάτια από αχάτη που πετούσαν πύρινες σπίθες και ράμφος αιματίτη.
Θα ανέβω πάλι στα ζεστά φτερά του σκέφτηκα.
Εκείνο μ’ άρπαξε στο ράμφος του, όμως, που είχε γιγαντωθεί αλλόκοτα, και με σήκωσε ψηλά στο θόλο.
Τα κρυσταλλένια φτερά έτριξαν με δύναμη και τα γαμψά νύχια χτύπησαν με ορμή τα vitraux. Εκείνα διαλύθηκαν σε χιλιάδες πρισματικές, πολύχρωμες στάλες κι άρχισαν να πέφτουν, θλιμμένη βροχή,γδέρνοντάς μου το λαιμό και το στήθος.
Το πουλί βγήκε στο φως, μαζί κι εγώ παγιδευμένη στο ατσαλένιο ράμφος.
«Με πονάς» ψέλλισα.
Το πουλί βουβαινόταν.
«Γιατί;» πρόλαβα να πω.
«Δεν έπρεπε να δεις το πεπρωμένο σου. Τώρα είναι αργά».
Είπε το πουλί και μόνο τον απόηχο του απαίσιου κρωξίματος άκουσα, καθώς με άφηνε να γκρεμίζομαι στο κενό.

© Κάτια Α. 2006

Friday, June 12, 2009

The Pendulum

Στα ηχεία μας σήμερα:
Armand Amar
Les Secrets de Florence

Πίνακας του:
Jan BRUEGHEL the Elder
~Flemish painter~
(born 1568, Brussels [now in Belgium]
died Jan. 13, 1625, Antwerp)


The Sense of Hearing
1618
Oil on panel, 65 x 107 cm
Museo del Prado, Madrid

Επικίνδυνος ο εναγκαλισμός
των καλοκαιρινών κυκλώνων
Στο τρισδιάστατο μάτι του Κύκλωπα
αντανακλώνται θάλασσες
στις οποίες ακόμα δεν ταξίδεψα
στις σπηλιές πέρα απ' τα βράχια
θυσιάζονται στον Νηρέα
γλοιώδη γοργόνεια
που απώλεσαν το βάρος
των φιδίσιων βοστρύχων

Ένα σεντούκι άνοιξα εχτές
παλιό
σκονισμένο
διαβρωμένο από την λύπη

ΑΔΕΙΟ!

όχι περιεχομένου
αλλά συνειρμικών ονειρώξεων

"Κάλλιο άδειο"
μού ψιθύρισε στ' αυτί
το άλλοτε σιωπηλό εκκρεμές
πριν διαλυθεί
σε μικροσκοπικές βίδες
και ελάσματα
φανερώνοντας
την απύθμενη δίνη
του κυκλώπειου οφθαλμού

Κάτια Α. 2009



Sunday, May 31, 2009

Το σχήμα σου

Πίνακς του
Jean-Auguste-Dominique Ingres

(born August 29, 1780, Montauban, France
died January 14, 1867, Paris)


Paolo and Francesca
1819
(Oil on canvas, 480 x 390 cm
Musιe des Beaux-Arts, Angers)

Μυστηριακοί ήχοι
αντανακλούν στη παγωμένη λίμνη
λευκά
όλα λευκά
απέριττα
γαληνεμένα

Η φωνή σου
το μόνο εργαλείο που ίπταται
σαν συγχορδία μελίρρυτων ελιγμών

Κι εγώ
που πάντα απουσιάζω από το σχήμα σου
κολυμπώ στις νότες
της διακαούς επιθυμίας σου
ρευστή σταγόνα
που διαλύεται
διαταράσσοντας τους κύκλους σου
ξανά

Κάτια Α. 2009

Monday, May 18, 2009

Λυκαυγές

Πίνακας του 
Egon Schiele
(born , June 12, 1890, Tulln, near Vienna
died Oct. 31, 1918, Vienna)



Αφουγκράζομαι
τους ήχους σου
τους ψιθύρους
και τις ανάσες
το τοπίο βουλιάζει σε έναν απέραντο ωκεανό
υδάτινες οι μορφές καταλαγιάζουν πλάι μου
σέρνοντας καημούς από κουφάρια ναυαγισμένων 
κορμιών

Σαν φέξει
θα εξατμιστούμε σαν το τραγούδι των σειρήνων
με μια λάμψη που θα διαρκέσει 
όσο η διαστολή της χρυσής ίριδας
του οργασμικού μας λυκαυγούς

Κάτια Α. 2009

Sunday, April 26, 2009

Edward Burne-Jones

Στα ηχεία μας σήμερα:
Medieval and Renaissance music

Sir Edward Coley Burne-Jones

(born Aug. 28, 1833, Birmingham, Eng.
died June 17, 1898, London)





O Burne-Jones, ένας από τους σημαντικότερους προ-ραφαηλίτες, σπούδασε στο Exeter College, στην Οξφόρδη. Υπήρξε στενός φίλος και συνεργάτης του William Morris, ο οποίος ήταν ποιητής, σχεδιαστής και δημιουργός του κινήματος Arts and Crafts.
Στην μετέπειτα πορεία του γνωρίζεται και γίνεται μαθητής -κατά κάποιον τρόπο- του Dante Gabriel Rossetti, ο οποίος υπήρξε καταλυτικός για την εξέλιξή του στη ζωγραφική!
Τα έργα του έχουν δυνατές επιρροές από τους ζωγράφους του 15ου αι. και συγκεκριμένα από τους Sandro Botticelli και Filippino Lippi.

Τα κυρίαρχα στοιχεία της τέχνης του είναι οι ονειροπόλες μορφές, ο μυστικισμός, οι συμβολικές αναφορές, τα ζωντανά-δυνατά χρώματα, παρ' όλο που λείπει η ποικιλία, ενώ άντλησε τα θέματα του από τον κόσμο των ιπποτών του μεσαίωνα και τους μύθους και θρύλους της Αγγλίας.
Με την πάροδο τους χρόνου, στα πιο ώριμα έργα του, αναπτύσσει ένα έντονα μαννεριστικό ύφος, με μουντά, βαριά χρώματα και γυμνές φιγούρες, γεμάτες πλαστικότητα και εσωτερικό φως!
Ο κόσμος τον οποίον περίτεχνα υφαίνει, αποπνέει ρομαντισμό και μελαγχολία.
Η φύση στη ζωγραφική του, είναι ζωντανός οργανισμός, άλλοτε απειλητική, όπως στο έργο The Briar Wood, 1870-90, (ένα από τα έργα του της σειράς Briar Rose, τα οποία είναι εμπνευσμένα από τον θρύλο της Ωραίας Κοιμωμένης)
και άλλοτε προστατευτική σύμμαχος, όπως στον πίνακα The Beguiling of Merlin, 1873.

Ο Edward Burne-Jones, εκτός από την ζωγραφική, διακρίθηκε στην τέχνη του Βιτράιγ (stained glass), δημιουργώντας υποβλητικά, θρησκευτικά έργα.



Christ Church Oxford
Faith Hope and Charity



Christ Church Oxford
The Vyner Memorial Window



Nativity scene in St Mary's Church



Trinity-Nativity-detail


Οι εκθέσεις του από το 1885 έως το 1890, γνώρισαν θριαμβευτική επιτυχία.
Για την μεγάλη συμβολή του στην εξέλιξη της ζωγραφικής, και θεωρούμενος ένας από τους σημαντικότερους Άγγλους ζωγράφους, πήρε τον τίτλο του Βαρώνου το 1894.

Παραθέτω πρώτον, ένα από τους πιο αγαπημένους μου πίνακες
του Burne-Jones:



The Perseus Series: The Doom Fulfilled


Απολαύστε μερικούς από τους πίνακές του:

The Madness Of Sir Tristram


Clara von Bork


Sidonia von Bork


King Cophetua and the Beggar Maid


The Beguiling of Merlin


The Baleful Head


Song of Love


Love among the ruins


The Lament


The Garden of Pan


The Tree of Forgiveness


The Golden Stairs


Pygmalion and the Image: The Heart Desires


Pygmalion and the Image: The Hand Refrains


Pygmalion and the Image: The Godhead Fires


Pygmalion and the Image: The Soul Attains



Pan and Psyche


The Legend of Briar Rose

The Briar Wood


The Council Chamber Buscot Park


The Rose Bower


Last Sleep of Arthur in Avalon


Last Sleep of Arthur in Avalon (Detail)


The Heart of the Rose


Psyche's Wedding


Annunciation

Sunday, October 19, 2008

Η ελεγεία των αριθμών

Στα ηχεία μας σήμερα:
Masterpieces of classical music
by the great composers:
Alexander Nikolayevich Scriabin
Bedřich Smetana
Dmitri Dmitriyevich Shostakovich
and
Alexander Porfiryevich Borodin


Η μακαριότητα της θλίψης
και η ελεγεία των αριθμών
γρατζουνάν την πόρτα μου
πάλι ερήμην

Απροσδόκητο αυτό το σκοτάδι
συντρίβει τις τεθλασμένες των
μαζοχιστικών συνειρμών
ντύνοντας με μαύρο, γυαλιστερό δέρμα
την γύμνια των ερωτικών φαντασιώσεων
τα ρολόγια όλα σπασμένα
και οι φωτογραφίες σκισμένες
σέρνονται σαν εραστές
που δε λένε να σιωπήσουν

Όταν οι ωροδείκτες θα έχουν
οριστικά διαλυθεί
θα σκύψω κοντά στ' αυτί σου

σ' αγαπώ, δεν το ξέρεις
γιαυτό και γρατζουνάς την πόρτα μου
σαν ελεγεία μυστική
σαν αριθμός που ξέφυγε
από ψυχρό λογιστικό υπόλοιπο
σαν ωροδείκτης
που έσπασε κάτω από το τακούνι μου
με ένα μικρούλι "τσακ"

Λ.Κ. 2008

Friday, July 25, 2008

The Chapel of the Holy Blood.-Brugge

All the snapshots are taken by me
(July 2008)
Burg's Square, Brugge


Στα ηχεία μας σήμερα:

Popol Vuh
and

Hamlet Gonashvili
(Zinskaro)
(Gothic, υποβλητική, 
μυστηριακή, τρομακτική μουσική)















 
 





Και μερικές ακόμα απόψεις
από την φαντασμαγορικής καλλονής πόλη...


 
   

The market place (Grote Markt)    




 The Belfry   Tower

in the 

Grote Markt



 

L.K. 2008