Showing posts with label shadows. Show all posts
Showing posts with label shadows. Show all posts

Sunday, February 12, 2012

Υγρές Σκιές

Πίνακες του
James Sant
British painter
(1820-1916)

Children in the Wood


Η γκρίζα βροχή
η θλιμμένη, γριά βροχή
χτυπάει πάλι τα παραθύρια μου
τα παντζούρια, τα διαβρωμένα από το ρυθμικό χορό της
και τα τζάμια μου.
Πέφτει επάνω τους φρενιασμένα
αναδεύοντας τις άγριες πευκοβελόνες
που ρίχνονται προς το βορρά
εκεί που έχει στραμμένη την πνοή του ο άνεμος
Το γέρικο σκυλί κουρνιάζει μες στις πέτρες
και στα αγριοάγκαθα
απορημένο με το αλύχτισμά του
που δεν ακούγεται πια
σωπασμένο από τον αλλόκοτο υγρό ήχο.

Υγρούς ήχους γέμισε η αυλή μου
το σπίτι μου υγρές σκιές
στα όνειρά μου βρόχινα δωμάτια
όλα ανασχηματίζονται
όλα εξατμίζονται μέσα από τα ανοιχτά μου χέρια.

Μόνο οι στέρεες πευκοβελόνες
χορεύοντας τρελό χορό
τρυπούν τους κερατοειδείς μου
θυμίζοντάς μου
πως βουτηγμένη μες τα βρόχινα ρυάκια
κυλάει η ζωή.

Κάτια Ξ
Φεβρουάριος 2012

Little red Riding Hood
 

Wednesday, December 7, 2011

Walpurgisnacht


Εν όψει του παγωμένου Χειμώνα, 
ας αναπολήσουμε τις μαγεμένες ανοιξιάτικες και καλοκαιρινές νύχτες...




Κλωθογυρίζοντας του θέρους τις ανέμες
μεταξωτά τα νήματα σε ντελικάτα δάχτυλα
λιναριού κόμποι σε βρεγμένα χείλια
σαλιωμένη ρόκα με ακίδες που τρυπούν
σιωπές σε ανήλιαγες κάμαρες
με αψίδες χαμηλωμένες να χαϊδεύουν
και να γητεύουν τις μοίρες
η Κλωθώ σιγομουρμουρίζει
και η Λάχεσις λαγοκοιμάται
η Άτροπος υφαίνει
και η Βαλπουργιανή επιβλέπει
τα έργα τα συντελεσθέντα
σε υψιπύργια σιωπηλά
δεμένοι σε πλεξούδες χρυσαφιές
είναι οι κρίνοι του κήπου σου
του μυστικού
με ατραπούς του Μέλανος Δρυμού
και φθόγγους πνιγμένους
και σε ήχους πλάγιους παιγμένους
κλωθογυρίζω
και γυρίζω
πλέκω και περιπλέκω
τα νήματά σου στην καρδιά μου
την ηδονή σου
στο κορμί μου
σε μυστικά περάσματα
και σε φιλήματα
γίνομαι η Λάχεσις
και η Κλωθώ
και η Άτροπός σου
και σε τυλίγω
σε ιστό της
Βαλπουργίας
μαγικό


Κάτια Ξ. Δεκέμβριος 2011

(Loreley Lucy © 2006)




Σημ.Η Φωτογραφία τραβήχτηκε
από εμένα στις 10/7/06 15:42μμ
στο Lindau- Germany

Saturday, December 3, 2011

Nano politics...

...and Nano politicians...

Πίνακας
του
Lucas Cranach, the Elder
(born 1472, Cranach, bishopric of Bamberg [now Kronach, Germany],
died October 16, 1553, Weimar, Saxe-Weimar)

The Judgment of Paris
c. 1513
Oil and tempera on limewood, 43 x 32 cm
Kimbell Art Museum, Fort Worth

Detail of the painting

Δύο "ηγέτες" νανοειδούς πολιτικού διαμετρήματος, 

η Angela Merkel - "L'Europe c’est Moi"
και ο Nicolas Sarkozy - "Jawohl meine frau Merkel",

θα αποφασίσουν για το μέλλον της Ευρώπης!

Οποία παρακμή!


Κάτια Ξ.
Δεκέμβριος 2011

Thursday, November 17, 2011

The Tower of Babel

Painting
by
Pieter Bruegel, the Elder
(born 1525, probably Breda, duchy of Brabant [now in the Netherlands],
died September, 1569, Brussels [now in Belgium])

The Tower of Babel
1563
Oil on oak panel, 114 x 155 cm
Kunsthistorisches Museum, Vienna


Details of the painting




Τον χτίζουμε 
ολημερίς κι ολονυχτίς
κι ακόμα τον υψώνουμε
και τον υψώνουμε
και τον υψώνουμε
χωρίς σταματημό...

Κάτια Α.Ξ. 
Νοέμβρης 2011

Wednesday, August 17, 2011

Το Τώρα


Στα ηχεία μας σήμερα:
Bryan Ferry
(Bête Noire, Windswept
Nocturne, Which Way To Turn)

Photos, header included,
taken by me
Naoussa, Paros 2009
and
Full Moon at Paros Aug., 2009




Τα λευκά και τα μαύρα
αγκαλιάζουν το μυαλό μου
τώρα είναι η στιγμή
μα ποτέ δεν φτάνει το τώρα
ανέμη τυλιγμένη σε παιδικό παραμύθι τεράτων
σκύβει να πιει από το ποτάμι της άρνησης
τρίζει η σκάλα
και δέρνονται τα παντζούρια
από τον άνεμο που λυσσομανά
και τα λευκά
με αφελή ασυνέπεια
χαμογελούν σε ραγισμένους τοίχους

ενώ τα μαύρα...
γαντζώνονται στην ψυχή μου
και την τυραννούν
με ήχους άσκοπους
και αφέγγαρες πανσελήνους

Αύγουστος 2009
Κάτια Α. Ξ.

Wednesday, June 29, 2011

Ελλάδα, η χώρα των Desperados



Πίνακες
του
William Turner
(born 1508?, Morpeth, Northumberland, Eng.
died July 7, 1568, London)

Στα ηχεία μας σήμερα:
Qui Tollis
του
Joseph Haydn
( born March 31, 1732, Rohrau, Austria
died May 31, 1809, Vienna)




Ο Έλληνας τα τελευταία χρόνια, ζει την κάθε του μέρα σαν να είναι η τελευταία του!
Σαν να μην υπάρχει μέλλον,
σαν να έχει διαγραφεί το "Αύριο" από την δική του πραγματικότητα!
Έτσι αισθάνεται, έτσι έχει μάθει να σκέπτεται, ή μάλλον έτσι τον έχουν "εκπαιδεύσει" να σκέπτεται. Με την απουσία ουσιαστικής σκέψης, με την απουσία ελπίδας.
Αλλιώς, πώς να εξηγήσει κανείς, ότι οδηγεί σαν ένας απελπισμένος κατάδικος, που μόλις δραπέτευσε από την φυλακή και ξέρει, ότι από στιγμή σε στιγμή θα τον ξαναρίξουν πίσω από τα σίδερα, οπότε ούτε η δική του ζωή, ούτε του συνανθρώπου του έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία.
Πώς να εξηγήσεις, ότι τεμπελιάζει ατέλειωτες ώρες στις καφετέριες, σαν να τού τέλειωσαν οι στιγμές απόλαυσης και χαλάρωσης, ότι ξενυχτάει στα σκυλάδικα, σαν να μην τού αρκεί η διάρκεια της ημέρας,
ότι υπερδανείζεται και υπερχρεώνεται, σαν να μην πρόκειται ποτέ να φτάσει η αποφράς ημέρα, που θα πρέπει να αρχίσει να ξεχρεώνει,
ότι δεν ενδιαφέρεται ούτε στο ελάχιστο για το μέλλον της χώρας του, με συνέπεια να μην συνδικαλίζεται, να απαξιώνει ένα κεκτημένο με αίμα, απαράβατο δικαίωμα και καθήκον του, αυτό της επιλογής των εκπροσώπων του στη Βουλή δια της ψήφου του.
Πώς να εξηγηθεί, ότι καταστρέφει το φυσικό περιβάλλον, καίγοντάς το, καταπατώντας το, σαν να μην πρόκειται να το κληροδοτήσει σε κανένα, λες και είναι ο τελευταίος άνθρωπος επί γης;
Κι όμως!
Είναι ο ίδιος έλληνας πολίτης, που σε καιρούς κινδύνου επιδεικνύει ομοψυχία και εξαιρετικό ψυχικό σθένος.
Είναι ο ίδιος ευαισθητοποιημένος πολίτης, που προσφέρει από το υστέρημά του για την ανακούφιση αναξιοπαθούντων συνανθρώπων.
Είναι ο ίδιος, που προσφέρει πολύτιμη βοήθεια σε περιπτώσεις, που φυσικές καταστροφές έχουν πλήξει γείτονες λαούς!
Είναι ο ίδιος, που επέδειξε υποδειγματική ψυχραιμία, τάξη και λογική, όταν διεξάγονταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας, με αποτέλεσμα, όλα να λειτουργούν σαν ένα καλοκουρδισμένο ρολόι ακριβείας!
Είναι ο ίδιος πολίτης, που όταν έχει όραμα, έναν ανώτερο σκοπό, μπορεί να κάνει θαύματα!
Ποιός έχει στερήσει λοιπόν το όραμα από τον σύγχρονο Έλληνα;
Ποιός τον έχει κάνει να αισθάνεται σαν ένας άνθρωπος δίχως μέλλον;
Ποιός τον έχει οδηγήσει σε αυτήν την αυτοκαταστροφική μανία,
ώστε να συμπεριφέρεται και να λειτουργεί σαν ένας desperado μιας έρημης, καταδικασμένης, χωρίς αξιοπρέπεια, χωρίς ελπίδα ανάνηψης, χώρας;
Πολλές οι ευθύνες και προς διαφορετικές κατευθύνσεις!
Το μεγάλο μυστικό, η κύρια αιτία, είναι οπωσδήποτε η κρίσιμη γεωγραφική θέση της Ελλάδας.
Μια θέση, που πολλοί λαχταρούν να θέσουν υπό τον έλεγχό τους, ώστε να εξουσιάζουν τις οδούς και τις τύχες των τριών ηπείρων!
Μια χωροταξική θέση, που είναι συγχρόνως η ευλογία και η κατάρα μας.
Ολόκληρη η ιστορία του Ελληνικού έθνους, είναι η τρελλή κούρσα των μεγάλων δυνάμεων να αποκτήσουν πλήρη έλεγχο στην Μεσόγειο, με πρόσβαση στην Ασία και με δυνατότητα να καταστέλλουν, εν τη γενέσει τους, τα απελευθερωτικά κινήματα της Αφρικής!
Είναι τυχαίο το γεγονός, ότι οι μεγάλες δυνάμεις κρατούν την Αφρική σε κατάσταση ομηρείας, εναλλάσσοντας το ένα χουντικό καθεστώς μετά το άλλο στα πλέον πλούσια κράτη της μαύρης Ηπείρου; Φυσικά όχι!
Έτσι ελέγχεται πλήρως ο τεράστιος ορυκτός πλούτος της πιο πλούσιας ηπείρου του πλανήτη!

Επιστρέφοντας στους σύγχρονους desperados της Ελλάδας, η δραματική αλλαγή θα επέλθει, μόνον όταν αντιληφθούν/αντιληφθούμε την τεράστια δύναμή μας!
Τότε και μόνο τότε!
Μέχρι εκείνη τη στιγμή, απλά θα ζούμε σαν να μην υπάρχει αύριο!
Τραγικοί desperados σε μια κακογραμμένη τραγωδία,
χωρίς κομμό και χορικό!


Κάτια Ξ. 2008

Sunday, May 1, 2011

Ο Κύκλος

Πίνακας
του
Michelangelo Merisi da Caravaggio
(Born Sept. 29, 1571, Milan or Caravaggio-Italy
Died July 18, 1610, Port’Ercole, Tuscany)

Supper at Emmaus (1601)
Oil on canvas,


Στριφογυρίζω γύρο από έναν άξονα
ΧΑΛΥΒΔΙΝΟ
χιλιάδες στροφές
εξαϋλώνομαι
εξαερώνομαι
εξατμίζομαι
πάντα με τα μάτια ορθάνοιχτα
πάντα με το μυαλό συντετριμμένο
σε έναν αέναο κύκλο

Κυκλοτερείς κινήσεις
σε ένα λαβυρινθώδη κύκλο

Ο ΚΥΚΛΟΣ δεν ξεφεύγει
ανατριχιαστικά ακριβής
αντιπαρέρχεται του φωτός
ανταμώνοντας το σκότος

Εξουθενωτικά ακριβής
ο κύκλος
εγκλωβισμένος στις μοίρες του
γεωμετρικά αδύναμος
και συγχρόνως παντοδύναμος
σφίγγοντας τον κλοιό του
γύρο από τις αιθερολάμνουσες προσδοκίες
των ατελών τεμνουσών
του μυαλού μου.


Κάτια Α.Ξ.
Μάιος 2011

Sunday, April 10, 2011

Επί Ματαίω

Πίνακας του
Giovanni Bellini
~Italian Renaissance painter~
(Born 1430, Venice -Italy
died 1516, Venice)

Dead Christ Supported by the Madonna and St John
(Pietà)
1460
Pinacoteca di Brera, Milan


Αθώα τα μέλη των επί σφαγή αμνών
Οι αυλοκόλακες και οι επίορκοι
ομνύουν ματαίως
οι αναβαπτιζόμενοι καταβαραθρώνουν είδωλα
οι αμαρτωλοί ασπάζονται του αίματος τις ρανίδες

Σκύβεις και προσκυνάς
την ανθρώπινη οδύνη.

Στο άδυτο βασίλειο των οδυρμών
το θείο δράμα σαρκώνεται
από τον εσαεί Εσταυρωμένο
πάντα με ευλαβική συνέπεια στον σαρκοβόρο χρόνο
και στο ανθρωποφάγο πλήθος των πιστών.

Κάτια Ξ.
Απρίλιος 2011

Tuesday, November 2, 2010

Μεταφυσική Προοπτική

Πίνακας
του
Rosso Fiorentino
(Giovanni Battista di Jacopo)
Italian painter
(Born March 8, 1494, Florence, Italy-
died Nov. 14, 1540, Fontainebleau, France)

Musician Angel


Ανοίγω τα παράθυρα
να βάλω μέσα στο σπίτι
αυτό το φως που γλυκοπαίζει άρπα
κάθε ξημέρωμα
με μεταξένια δάχτυλα.
Τραβώ και τις βαριές κουρτίνες
τις φορτωμένες σκόνη κι αναμνήσεις.

Θέλω να αγγίξω τα βαθυπράσινα φύλλα της οξιάς
που όλο και σαλεύει στον θλιμμένο κήπο
όλο και γέρνει τα βράδια κουρασμένη
θροΐζοντας μελαγχολικά
στο χάιδεμα του ανέμου.

Μα η ανέμη σκοτεινού παραμυθιού
τυλίγει δίχτυα και ιστούς
γύρο απ' τον κήπο

Χαράζει χνάρια ζοφερά ο χρόνος
στο πέτρινο της λήθης μονοπάτι
οι δείκτες του παλιού ρολογιού
ακινητοποιημένοι
σε κάποια διφορούμενη μεταφυσική προοπτική
και το βιολί ξεκούρδιστο πλάι στα εφιαλτικά τοπία
του αγαπημένου μου σουρεαλιστικού πίνακα
που ξεχύνεται τις νύχτες στις ενύπνιες μεταλλάξεις μου.

Ο κήπος μου!
Γέμισε αγάλματα, λαβύρινθους, στοές!
Και οι κουρτίνες μένουν ερμητικά κλεισμένες
όσο  αρνούνται τα παράθυρα 
να παίξουν με το φως.

Κάτια Ξ.
Οκτώβριος 2010


Tuesday, April 6, 2010

Resurrection


Πίνακας του
Pietro Perugino
(Pietro di Cristoforo Vannucci)

(Born c. 1450, Città della Pieve, near Perugia, Romagna [Italy]
Died , February/March 1523, Fontignano, near Perugia)

The Ascension of Christ

1496-98
Oil on panel, 342 x 263 cm
Musée Municipal des Beaux-Arts, Lyon





Ανάσταση
Όχι της ψυχής
Μα του κορμιού;
Καθόλου
Τότε τι γυρεύεις καρδιά μου
σαν σκιά περιπλανώμενη
στα σκότη του Άδη;
Τι προσμένεις;

Στέγνωσαν τα φιλιά

ξεράθηκαν οι πηγές
που κελάρυζαν γκυκά στ'αυτιά σου.
Τι καρτεράς
γονυπετής
μπροστά σ' ατέρμονη σκάλα;
Κι είναι ψηλή, ατέλειωτη
τα σύννεφα αγγίζει.
Τώρα που οι καμπάνες σιώπησαν
τα κλειδοκύμβαλα ξεκούρδιστα
ρυπαίνουν τη ζωή μου.
Με τα μαλλιά την-δίχως τέλος- σκάλα
σκουπίζω
και με τα χέρια
διώχνω τα αγκάθια.
Το αίμα μου την κοσμεί
με πέταλα πορφύρας.

Τι καρτεράς καρδιά μου

στα μαύρα βάθη;
Ο ένας δείκτης
πάντα μεσάνυχτα θα δείχνει
κι ο άλλος σταματημένος
σε ψυχή βαριά
που τα βήματά της σέρνει
ανάμεσα σε σπασμένα αγάλματα
και ξεραμένες λίμνες
και λυγμούς
που δεν βγήκαν
κι αμπαρώνουν τη ζωή μου
σε σιδηρόφρακτο εφιάλτη.

Κάτια Ξ. 2010

Tuesday, March 2, 2010

Ενύπνιον Φωτός


Πίνακας του
Raffaello Sanzio

Italian painter
(born 1483, Urbino,
died 1520, Roma)

Allegory (The Knight's Dream)

c. 1504
Oil on wood, 17 x 17 cm
National Gallery, London





Αειφόρος η Άνοιξη
υπαγορεύει όνειρα ανθοφορίας
εναποθέτοντας ανεμώνες και κυκλάμινα
στο μαξιλάρι μου
και ζωγραφίζει δάκρυα κρυστάλλων
~αόρατα στους κοινούς οφθαλμούς~
που ρυτιδώνουν
την μόνιμα ακίνητη λίμνη των ενοράσεων
του Θείου Πάθους.

Λαβωμένη η Άνοιξη

και το τόξο στα δικά μου χέρια
που προσφέρουν χυμούς και σπονδές
στον βυθισμένο σε βαθύ λήθαργο Απόλλωνα.

Ενύπνιον φωτός

στεφανωμένο από σκότος
ετούτη η Άνοιξη...

Κάτια Α.Ξ. 2010


Thursday, October 29, 2009

Το Αίμα στο Ρόπτρο

Στα ηχεία μας σήμερα: 
Giacomo Puccini 
(22 December 1858 – 29 November 1924)

Πίνακας του 
Edvard Munch 
(12 December 1863 – 23 January 1944)







Ανοίγεις εκείνη την πόρτα τη κλειστή
γρατζουνίζοντας την με τα νύχια σου
τρυπώντας τις σάρκες σου στο γδαρμένo ξύλο
και ματώνοντας το ρόπτρο
που με τόση προσοχή κάρφωσα πριν χρόνια
επάνω στη λουστραρισμένη επιφάνειά της
Κι εγώ από το σκοτεινό δωμάτιο
κρατώντας την αναπνοή μου
σε κοιτώ και σ' αφουγκράζομαι
και τρέμω
μήπως το σκοτάδι μου
ρίξει επάνω σου απότομα την μαύρη αυλαία
και σε πετρώσει
και μείνεις μισός μέσα και μισός έξω από το δωμάτιο

Τι κρίμα! Η πόρτα κλειστή είναι γραφτό να μένει
έτσι την πέτρα σου σε χίλια δυό κομμάτια
θα χρειαστεί να σπάσω
μα θάχει μονάχα απομείνει
λίγο απ' το αίμα σου  πάνω στο ρόπτρο...
Αυτό ήσουν εσύ

Κάτια Α. 2009

Monday, October 12, 2009

Antichrist-Μια παγανιστική αποθέωση του χάους

Antichrist (2009)

Written and directed
by
Lars von Trier
Dedicated to
Andrei Tarkovsky
"I can offer no excuse for 'Antichrist' ... other than my absolute belief in the film — the most important film of my entire career!"
Lars von Trier



Αφιερωμένη στον Tarkovsky, η νέα ταινία του Lars von Trier, με Ταρκοφσκικά πλάνα, με αργή, υπνωτιστική, υποβλητική σκηνοθεσία, με ένα stalker, τη γυναίκα, το θηλυκό, τη δαιμόνια πλευρά της ζωής και της φύσης.
Είναι πραγματική stalker η γυναίκα κατά τον von Trier; Είναι αυτή που θηρεύει, είναι ο αληθινός κυνηγός στο ανηλεές παιχνίδι της φύσης και των φύλων;
Είναι όντως αυτή, που παγιδεύει το θύμα της, βαδίζοντας δειλά και προσεκτικά, γεμάτη δήθεν ανασφάλειες και φοβίες, αλλά καμουφλαρισμένη κάτω από χιλιάδες διαφορετικά πρόσωπα;
Είναι αυτή, που πνίγει στην άβυσσο του κόλπου της τις επιθυμίες και τη λαγνεία των ανδρών;
Και είναι αυτή, που συγχρόνως γεννά και σκοτώνει;
Ναι, κατά τον von Trier η γυναίκα είναι ένας ανιχνευτής και θηρευτής, που ενώ φοβάται την Εδέμ, τη φύση, το αρχέγονο, μόλις βρεθεί εκεί, ανακτά όλα τα καταπιεσμένα της ένστικτα και μετατρέπεται σε φονική παγίδα.
Καθόλου κολακευτικό σχόλιο ή διαπίστωση για τη γυναίκα.
Κι όμως!
Η γυναίκα χρησιμοποιεί τον σεξουαλικό έρωτα ως υπέρτατο εργαλείο στην σχέση της με τον άνδρα.
Η μητρότητα είναι, λοιπόν ένα πρόσχημα;
Τι ρόλο παίζει στο ξεδίπλωμα της γυναίκας-φύσης-δαίμονα;
Στρεβλά αρχέτυπα δημιουργούν στρεβλώσεις στους απογόνους.
Η "αυτή", ( Charlotte Gainsbourg ), βάζει μόνιμα τα παπούτσια του παιδιού της ανάποδα, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν δυσμορφίες στα πόδια του. 
Είναι αυτή πράγματι η αιτία για τον θάνατο του παιδιού;
Σαφής ο υπαινιγμός του σκηνοθέτη.

Η "αυτή", τη στιγμή που το παιδί ήταν μόνο, είχε βυθίσει στην άβυσσό της το πέος του "αυτού" ( Willem Dafoe ), και απολάμβανε την ηδονή.
Ένα καυστικό σχόλιο του σκηνοθέτη για την ανικανότητα πλήθους γυναικών, για τις οποίες η μητρότητα είναι ένα από τα καθήκοντα, που επιβάλλουν οι κοινωνικές συμβάσεις.
Η "αυτή", όταν νιώθει ότι αυτός ίσως φύγει, γίνεται βαρίδι στα πόδια του.
Αυτοβιογραφικός; Καταδυόμενος στα δικά του απύθμενα, χαώδη  βάθη;
Μα, βέβαια!
Όλοι οι μεγάλοι σκηνοθέτες είναι αυτοβιογραφικοί! 
Αλίμονο, αν δεν ήταν.
Όλοι έχουμε βιώσει το βαρίδι του άλλου να μάς κρατά καθηλωμένους και ματωμένους.
Η "αυτή" ευνουχίζει και ευνουχίζεται. 
Όχι από τύψεις για την απώλεια του παιδιού.
Αλλά από εκδικητική μανία. 
Η μανία αυτή, να ματώσουμε τον άλλον και να ματωθούμε, είναι ο Αντίχριστος, μέσα μας, λέει ο Trier, Και ο φόβος.
Οι φόβοι και οι φοβίες μας, το φίδι που μάς κατατρώει.
Ο φόβος "αυτής" γίνεται ο καταλύτης.
Ο φόβος μη μείνει μόνη.
Μια άλλη Μήδεια, λοιπόν, μόνο που το παιδί έχει ήδη θυσιαστεί.


Η φύση γίνεται σύμμαχος για να παγιδεύσει.
Η γυναίκα, που φοβάται μην εγκαταλειφθεί από αυτόν που τής προσφέρει την ηδονή, το πρωταρχικό ένστικτο, γίνεται ανελέητη, λέει ο Trier. Σαν τη Φύση, που είναι χαώδης και επίσης ανελέητη.


Η φύση ξυπνά πρωτόγονα ένστικτα και άγριο σεξουαλισμό. 
Απόλυτα αληθινό!

Ο Trier, μάς καλεί να ξεχάσουμε τα ωραία, χριστιανικά, ηθικοπλαστικά και οικολογικά παραμύθια και να βιώσουμε τη Φύση, αλλά και τη γυναικεία φύση, στις πραγματικές της διαστάσεις.
Μια παγανιστική αποθέωση του χάους και της πλήρους αταξίας.
Σαν αυτήν που ελλοχεύει στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής και στο μυαλό.

Συμφωνούμε, δεν συμφωνούμε, λίγη σημασία έχει.
Η ταινία ακουμπά σε θεμελιώδεις αρχές.
Αυτό κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει.


Κάτια Α. 2009


Στα ηχεία μας το έργο "Lascia ch'io pianga" του G. F. Händel
(από το soundtrack της ταινίας)

Lars Von Trier: Director’s Confession


Two years ago, I suffered from depression. It was a new experience for me. Everything, no matter what, seemed unimportant, trivial. I couldn’t work.


Six months later, just as an exercise, I wrote a script. It was a kind of therapy, but also a search, a test to see if I would ever make another film.


The script was finished and filmed without much enthusiasm, made as it was using about half of my physical and intellectual capacity.


The work on the script did not follow my usual modus operandi. Scenes were added for no reason. Images were composed free of logic or dramatic thinking. They often came from dreams I was having at the time, or dreams I’d had earlier in my life.


Once again, the subject was “Nature,” but in a different and more direct way than before. In a more personal way.


The film does not contain any specific moral code and only has what some might call ‘the bare necessities’ in the way of a plot.


I read Strindberg when I was young. I read with enthusiasm the things he wrote before he went to Paris to become an alchemist and during his stay there ... the period later called his “inferno crisis” - was “Antichrist” my Inferno Crisis? My affinity with Strindberg?


In any case, I can offer no excuse for “Antichrist”. Other than my absolute belief in the film - the most important film of my entire career!


Lars von Trier, Copenhagen, 25/03/09.






Sunday, September 6, 2009

Το Τώρα

Στα ηχεία μας σήμερα:
Bryan Ferry
(Bête Noire, Windswept
Nocturne, Which Way To Turn)

Photos, header included,
taken by me
Naoussa, Paros 2009
and
Full Moon at Paros Aug., 2009




Τα λευκά και τα μαύρα
αγκαλιάζουν το μυαλό μου
τώρα είναι η στιγμή
μα ποτέ δεν φτάνει το τώρα
ανέμη τυλιγμένη σε παιδικό παραμύθι τεράτων
σκύβει να πιει από το ποτάμι της άρνησης
τρίζει η σκάλα
και δέρνονται τα παντζούρια
από τον άνεμο που λυσσομανά
και τα λευκά
με αφελή ασυνέπεια
χαμογελούν σε ραγισμένους τοίχους

ενώ τα μαύρα...
γαντζώνονται στην ψυχή μου
και την τυραννούν
με ήχους άσκοπους
και αφέγγαρες πανσελήνους

Αύγουστος 2009
Κάτια Α.

Friday, June 19, 2009

Το Κρυστάλλινο Πουλί

Κάτι πολύ παλιό μου, που με γεμίζει νοσταλγία...

Στα ηχεία μας σήμερα:
Igor Stravinsky
Firebird

Πίνακας του
Arthur Hughes
Pre-Raphaelite Painter,
(27 January 1832 – 22 December 1915)



The Property Room



Η νύχτα ήταν βαριά, ασήκωτη.
Οι μουσκεμένες αναλαμπές του μυαλού μου βουτούσαν στο σκοτάδι, προσπαθούσαν να το δαμάσουν, αλλά αυτό ορθωνόταν με απίστευτη αγριότητα, κρατώντας φιδίσια μαστίγια και με απειλούσε με πλήρη καθυπόταξη.
Ξεκίνησα να τρέχω.
Μπροστά μου ορθώθηκαν θόλοι από γρανίτη και κίτρινο αδάμαντα, με τόση πρισματική αρμονία και με τόσες εκτυφλωτικές λάμψεις, που αναγκάστηκα να κλείσω τα μάτια.
Μέσα από τα μισόκλειστα βλέφαρα διέκρινα μια αχνή σκιά.
Μού έτεινε ένα χέρι. Ήταν ένα χέρι πελώριο, κρατούσε ένα χάρτη κιτρινισμένο, παλιοκαιρίτικο.
Άνοιξα πάλι τα μάτια, είχαν χαθεί γρανίτες και αδάμαντες από τους ορίζοντες του οπτικού μου πεδίου, που φαινόταν να είχε στενέψει τόσο πολύ που είχε μετατραπεί σε μια ατέλειωτα υποφωτισμένη σήραγγα.
Το χέρι με δελέαζε με κινήσεις υπνωτιστικές.
Σαν χαμένη και με το μυαλό να με διατάζει να ακολουθήσω το χέρι μπήκα στην σήραγγα.
Αναμμένα δαδιά σιγόκαιγαν και στις δύο πλευρές της στοάς και καθώς περνούσα σιμά τους, έσκυβαν αργά προς το μέρος μου μουρμουρίζοντας:
«Συγγνώμη, νεκρός, παγίδα, ..» κι άλλες χιλιάδες λέξεις που δεν προλάβαινα να τις απορροφήσω πλήρως καθώς η μια γεννιόταν στον απόηχο της άλλης κι όλες μαζί βογγούσαν με ήχους της αποκάλυψης.
Η σήραγγα φάνταζε ατέλειωτη, άρχιζα να κουράζομαι, να φοβάμαι, όταν το χέρι σταμάτησε απότομα και έστρεψε το χάρτη προς μια δάδα.
«Θα καεί», φώναξα με μια φωνή που φάνηκε να ακούω μόνο εγώ, καθώς ήχος δεν βγήκε και οι δάδες συνέχιζαν το αέναο λεξιπλέξιμό τους.
Ο χάρτης πήρε φωτιά, μια πύρινη γλώσσα γαλάζια στην αρχή και μετά κατακόκκινη, ξεπετάχτηκε σαν φοβέρα αλλά και σαν γλυκιά υπόσχεση, έγινε ένα πανέμορφο παρανάλωμα, εκεί μπροστά στα πόδια μου κι εγώ κάθισα κάτω, κι άρχισα να κλαίω βουβά, καθώς ούτε χέρι πια έβλεπα, ούτε έξοδο, ούτε κάτι που να μπορούσα να το θεωρήσω αρκετά ζωντανό, ώστε να με βοηθήσει να βρω το δρόμο της επιστροφής.

Έπρεπε να έμεινα εκεί ώρες πολλές και μάλλον απόκαμα κι ίσως με πήρε ο γλυκός μορφέας στην κάμαρά του, να με ανακουφίσει για κάμποση ώρα, όταν μια τσιριχτή φωνούλα έκραξε μες τ’ αυτί μου : «Έλα!»
Ξύπνησα αλαφιασμένη, η στοά είχε σκοτεινιάσει εντελώς και οι δάδες είχαν υποκύψει στο μοιραίο.
Δεν σιγόκαιγαν πια τις παράδοξες λέξεις τους, μόνο δάκρυζαν, και το δάπεδο της στοάς είχε γεμίσει από γαλαζοπράσινα δάκρυα, που δημιουργούσαν λεπτόχρωμα κρύσταλλα και γλιστρούσαν σαν κόλαση.
Γλίστρησα στο πρώτο βήμα μου προσπαθώντας να υπακούσω σε κείνο το «έλα».
Νόμισα πως κατρακύλησα ώρα πολλή, και τα κρύσταλλα μ’ ακολουθούσαν,
πραγματικά κατρακυλούσαν κι αυτά μαζί μου, πλέκοντας γύρο μου έναν αστραφτερό και διάφανο ιστό.
Μ’ έριξαν μαλακά σ’ ένα πολύ μικρό δωμάτιο, όλο καμωμένο από λέπια και ουρές σαύρας.
Πράσινο, γλοιώδες και αποκρουστικά σαγηνευτικό.

Μόλις έπεσα στο δάπεδο, που φαινόταν να μετακινείται συνεχώς τα κρύσταλλα όλα ορθώθηκαν μπροστά μου και σχημάτισαν μια καλοφτιαγμένη φιγούρα ενός πουλιού.
Το κρυσταλλένιο πουλί πήρε το χρώμα του εβένου και οι ανοιγμένες φτερούγες
το χρώμα του αχάτη.
Το ράμφος είχε το χρώμα του αιματίτη.
Το πουλί μού έγνεψε.
Σκαρφάλωσα στην ράχη του.
Δεν ήταν σκληρή ούτε κρύα, μα απίστευτα θερμή και μαλακιά.
Οι ουρές σαύρας ξεκίνησαν να σαλεύουν απειλητικά, άρχισαν να τεντώνονται, να εκτοξεύονται, άγγιξαν τα γυμνά μου πόδια, τυλίχτηκαν στους αστραγάλους, ανέβηκαν ψηλότερα στα γόνατα, με τραβούσαν με δαιμονική μανία.
Τα λέπια έστησαν χορό μετακινώντας το πάτωμα και τους τοίχους που πια είχαν πάρει το σχήμα στόματος ορθάνοιχτου και βρυχώνταν ακατάληπτους ήχους.
«Κράτα με». Είπε το μαύρο πουλί!
«Σε κρατάω»! Είπα και σφίχτηκα πάνω στις εβένινες φτερούγες, που είχαν ανοίξει και ξερνούσαν μολύβι και κομμάτια γρανίτη, με τόση ταχύτητα και δύναμη, που οι ουρές άρχισαν να αιμορραγούν και να τρυπώνουν η μια κάτω απ’ την άλλη φτύνοντας απειλές και κατάρες.
Λούφαξαν οι σαύρες κι άνοιξαν χώρο τα λέπια και το μαύρο πουλί με τα εβένινα φτερά πέταξε ανάμεσά τους και εκτινάχτηκε ψηλά στον ουρανό.

Μα δεν ήταν ουρανός αυτός, ήταν ένα παράξενος βαθυγάλαζος θόλος, με χιλιάδες κεντίδια από χρώματα και αστραπές.
Στο κέντρο του θόλου μία υπέροχη σύνθεση από περίτεχνα vitraux, αναπαριστούσε μια θυσία.
Κοίταζα μαγεμένη. Δεν χωρούσε ο νους τέτοια ομορφιά, τέτοια αρμονία, τέτοια πανδαισία χρωμάτων.
Ποιά θεϊκή παλέτα είχε γεννήσει αυτή τη δημιουργία;
Ποια λατρεία είχε εμφυσήσει στον δημιουργό αυτού του αριστουργήματος
την αποθέωση της τέχνης;
Τόσο συνεπαρμένη ήμουν που είπα στο πουλί: «Θέλω να πάω κοντά, θέλω να δω!»
«Όχι, δεν μπορείς»
«Γιατί όχι;»
«Δεν θα αντέξεις, θα χαθείς…»
«Δεν πειράζει, αρκεί που θα δω»
Το πουλί δάκρυσε.
Τα δάκρυά του έγιναν μικρές ψιχάλες και με διαπέρασαν σαν σουβλερός υπέρηχος.
Ξαφνικά πονούσα και κρύωνα, έκανε παγωνιά, και κάποιες νιφάδες άρχισαν να χορεύουν τρελά γύρο μου.
«Πήγαινέ με εκεί, κι ας χαθώ».
Το πουλί άλλαξε χρώματα τότε μπροστά στα έκθαμβα μάτια μου, χιλιάδες χρώματα εκτυφλωτικά κι άρχισε να πετά με κυκλικές κινήσεις μέσα στον τεράστιο θόλο, πλησιάζοντας την οροφή και το θαυμαστό έργο, που με τρελή λαχτάρα περίμενα ν’ αντικρίσω.
Κάθε φορά όμως που πλησίαζε, έκανε μια καλοζυγισμένη χορευτική φιγούρα
και βουτούσε στο κενό!
Δεν προλάβαινα να δω κι άρχισα να βουρκώνω.
Δεν ήταν φίλος μου τελικά το πουλί, μού στερούσε αυτό που ποθούσα πιο πολύ
εκείνη τη στιγμή.
Έκλαιγα γοερά και παρακαλούσα να με αφήσει.
«Κατέβασέ με από τα φτερά σου, θα σκαρφαλώσω μόνη μου!»
Το πουλί κάγχασε δυνατά και ήταν εκείνη τη στιγμή
σαν να περιγελούσε όλη μου την υπόσταση!
«Καλά» είπε.
Άρχισε ν’ αψηλώνει σιγά-σιγά προς το θόλο.
Τα χρώματά του πάλι μεταλλάχτηκαν έγιναν σκούρα γκριζωπά.
Πετούσε με μεγάλες κινήσεις ανοίγοντας τις φτερούγες
σε όλο τους το υπνωτιστικό βεληνεκές.

Φτάσαμε κοντά στον θόλο, σχεδόν άπλωσα το χέρι και τον άγγιξα.
Μοναδικής αρμονίας χρώματα και παραστάσεις ονειρικές.
Μια θυσία.
Μια γυναίκα στο ράμφος ενός πουλιού, με σχισμένo το αραχνοΰφαντο φόρεμα,
ήταν έτοιμη να παραδοθεί στο πεπρωμένο.
Το πεπρωμένο είχε μάτια γερακιού κατάμαυρα, και μαλλιά μέδουσας,
πολυπλόκαμους όφεις.
Χέρια κατάλευκα και σώμα σαν μαβιά πηχτή θάλασσα.
Το πεπρωμένο είχε όνομα.
Κάποια δυσανάγνωστη λέξη. Προσπάθησα να τη διαβάσω. «Επιθυμία»
Έμεινα να κοιτάζω αποσβολωμένη την παράσταση της θυσίας.
Τη ρουφούσα σαν μέλι και σαν γάλα, σαν δροσερό νερό και σαν δηλητήριο.
Την κατάπινα χωρίς ανάσα.
Την κοίταζα ώρα πολλή, δεν την χόρταινα.
Το πουλί με συντρόφευε στην ατέρμονη λαχτάρα μου να δω κι άλλο,
να ρουφήξω κι άλλο την μοναδικής καλλονής παράσταση.
Πετούσε αργά, απαλά και ξαφνικά ένοιωσα πως πετούσε κουρασμένα.
Απλά κουνούσε τις φτερούγες αλλά παρέμενε στο ίδιο σημείο,
αφήνοντάς με να απολαμβάνω κι άλλο κι άλλο…
Τα χρώματα όλα είχαν σβήσει, ούτε το γκρίζο είχε απομείνει.
Είχε γίνει διάφανο το πουλί, και είχε αρχίσει να κελαδάει.
Τι γλυκιά λαλιά!
«Κουράστηκες πολύ, σ’ ευχαριστώ καλό μου πουλί. Πάμε να φύγουμε τώρα, αρκετά είδα», είπα.
Το πουλί γλυκολαλούσε για λίγη ώρα ακόμα.
Μετά σταμάτησε, σιώπησε εντελώς.
Βούτηξε κάθετα στην αίθουσα, και με άφησε απαλά στο μαρμάρινο δάπεδο.
Παντού ήταν σκορπισμένες γραφίδες, σφραγιδόλιθοι και κομματιασμένα αγάλματα.
Είπα, κουράστηκε και θέλει να ξαποστάσει πριν κινήσουμε ξανά.
Το καημένο, τόση ώρα με βαστούσε στις φτερούγες του.
Εκείνο έκανε ακόμα μια πτήση ψηλά στο θόλο. Πτήση μοναδικής ωραιότητας και γλυκολαλούσε ξανά,
Θεέ μου πόσο γλυκά λαλούσε!
Έκλεισα τα μάτια ν’ απολαύσω την ουράνια μελωδία, όταν πυκνοί και αποτρόπαιοι ήχοι από απειλητικά φτεροκοπήματα μ’ ανάγκασαν να τα ανοίξω πάλι!
Το πουλί, το δικό μου πουλί είχε ξαναπάρει όλα τα χρώματά του, είχε βαφτεί κατάμαυρο με μάτια από αχάτη που πετούσαν πύρινες σπίθες και ράμφος αιματίτη.
Θα ανέβω πάλι στα ζεστά φτερά του σκέφτηκα.
Εκείνο μ’ άρπαξε στο ράμφος του, όμως, που είχε γιγαντωθεί αλλόκοτα, και με σήκωσε ψηλά στο θόλο.
Τα κρυσταλλένια φτερά έτριξαν με δύναμη και τα γαμψά νύχια χτύπησαν με ορμή τα vitraux. Εκείνα διαλύθηκαν σε χιλιάδες πρισματικές, πολύχρωμες στάλες κι άρχισαν να πέφτουν, θλιμμένη βροχή,γδέρνοντάς μου το λαιμό και το στήθος.
Το πουλί βγήκε στο φως, μαζί κι εγώ παγιδευμένη στο ατσαλένιο ράμφος.
«Με πονάς» ψέλλισα.
Το πουλί βουβαινόταν.
«Γιατί;» πρόλαβα να πω.
«Δεν έπρεπε να δεις το πεπρωμένο σου. Τώρα είναι αργά».
Είπε το πουλί και μόνο τον απόηχο του απαίσιου κρωξίματος άκουσα, καθώς με άφηνε να γκρεμίζομαι στο κενό.

© Κάτια Α. 2006

Monday, May 18, 2009

Λυκαυγές

Πίνακας του 
Egon Schiele
(born , June 12, 1890, Tulln, near Vienna
died Oct. 31, 1918, Vienna)



Αφουγκράζομαι
τους ήχους σου
τους ψιθύρους
και τις ανάσες
το τοπίο βουλιάζει σε έναν απέραντο ωκεανό
υδάτινες οι μορφές καταλαγιάζουν πλάι μου
σέρνοντας καημούς από κουφάρια ναυαγισμένων 
κορμιών

Σαν φέξει
θα εξατμιστούμε σαν το τραγούδι των σειρήνων
με μια λάμψη που θα διαρκέσει 
όσο η διαστολή της χρυσής ίριδας
του οργασμικού μας λυκαυγούς

Κάτια Α. 2009

Wednesday, May 6, 2009

Βροχερά Δωμάτια

Στα ηχεία μας σήμερα
Claudio Monteverdi
Lamento Della Ninfa
Orfeo - Rosa Del Ciel
and more...

Πίνακες του
John William Waterhouse
(Born April 6, 1849 Rome
Died February 10, 1917 London)
(Pre-Raphaelite painter,
έργα του οποίου 
θα παρουσιαστούν εδώ σύντομα)


The Lady of Shalott



Στη στοιχειωμένη λίμνη, φάσμα άϋλο,
σκιά του ερέβους,
μετρώντας τις ανάσες μέσα από ανεστραμμένους καθρέφτες,
λάμνοντας σε τρικυμισμένα βάθη
παγιδευμένη στα δηλητηριώδη φύκια
και τα αγριόχορτα

Το διάλεξα;
Ή με διάλεξε;

Να είμαι μια σκιά, που ψηλαφίζει τα σκοτάδια.
Ένα θλιμμένο ρόπτρο σε κείνη την παλιά, χαραγμένη πόρτα,
που ηχεί και ξαναηχεί, μέταλλο και λάμψεις ακατέργαστες,
ξύλο και λάδι,
νερό και ρείθρα,
ένα τοπίο σε κατάβαση,
δημιούργημα του γοργόνειου και της πέτρας.

Ποιος "αόρατος θίασος" με ακολουθεί
και ποιες "εξαίσιες μουσικές" ακονίζω με τη λάμα μου;

Κι εσύ, φίλημα ηδονικό, με του Μορφέα τα χάδια, παραφυλάς κρυφά,
ν' ακούσεις τους ψιθύρους,
να αφουγκραστείς τις νότες απ' τα απόκρυφα σημάδια.
Κι έναν καημό,
που είναι ο καημός μου.
Μια νότα ανέγγιχτη.
Απροσπέλαστη χαρακιά που βουτάει τις ίριδες στο μαύρο μελάνι.
Μια νότα, που με οδηγεί τις αφέγγαρες νύχτες σε έναν αόρατο κόσμο...
Που γίνεται ορατός και παίρνει χρώμα
μόλις πέσουν οι βαριές, βελούδινες κουρτίνες του σκότους
στα βροχερά δωμάτια, που χρόνια κατοικώ.

Κάτια Α. 2009

Σημ. Ο τίτλος είναι έμπνευση ενός αγαπημένου φίλου.

Ophelia